Κάποτε, όπως γνωρίζουμε, το πρωταρχικό μέλημά μας ως άνθρωποι, ήταν να επιβιώσουμε. Η, εν λόγω, ροπή (προς την επιβίωση) υφίσταται μέχρι και σήμερα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η αντίδραση μάχης ή φυγής να εξακολουθεί να ενεργοποιείται όταν αντιλαμβανόμαστε τον κίνδυνο.
Αυτό μας κάνει να φοβόμαστε, και όταν φοβόμαστε τείνουμε να προσπαθούμε να ελέγξουμε τον εαυτό μας και τους άλλους.
Κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας, προκειμένου να αποβάλλουμε αυτήν την αβεβαιότητα και να βάλουμε τον εαυτό μας σε μια θέση, όπου να μπορεί να ελαχιστοποιήσει οτιδήποτε ενδέχεται να πάει στραβά.
Αυτή η ανάγκη «να ελέγχουμε τα πάντα», μπορεί να μας κάνει να αισθανόμαστε θυμωμένοι, εξαντλημένοι, καταθλιπτικοί ή ανήσυχοι. Με αποτέλεσμα να καταστρέφονται οι σχέσεις και η ποιότητα της ζωής μας.
Ίσως επειδή κάποτε στο παρελθόν είχαμε χάσει τον έλεγχο και οι συνέπειες αυτού ήταν τόσο αφόρητες, φτάσαμε σε σημείο να θέλουμε να ελέγχουμε τα πάντα, προκειμένου να νιώθουμε ασφαλείς. Μερικοί άνθρωποι όταν περνάνε όλα από το χέρι τους, αισθάνονται ανώτεροι και αυτό τους κάνει να νιώθουν ισχυροί, ειδικοί, καθώς και ασφαλείς.
Σε ορισμένους από εμάς, μας ασκήθηκε, στο παρελθόν, έλεγχος από τους γονείς, σε μεγάλο βαθμό, και κατά συνέπεια αισθανθήκαμε ευάλωτοι. Κατόπιν τούτου αν τώρα ελέγχουμε ό,τι σχετίζεται με την καθημερινότητα μας, νιώθουμε ότι κανείς δεν θα μπορέσει να μας το ξανακάνει.
Εξάλλου μπορεί, να φοβόμαστε ότι θα μας εγκαταλείψουν, συνεπώς πιστεύουμε ότι, αν διατηρήσουμε τους άλλους υπό έλεγχο, δεν θα μπορέσουν ποτέ να μας αφήσουν.
Επομένως, ο βασικός λόγος είναι η ασφάλεια. Ένας άλλος λόγος για τον έλεγχο της συμπεριφοράς έγκειται στους γονείς μας που μπορεί να ήταν συναισθηματικά μη διαθέσιμοι ή απόντες, επομένως, κατά την παιδική μας ηλικία δεν αισθανθήκαμε ασφαλείς.
Αυτή η ασφάλεια μπορεί να εκλείπει και ίσως δεν μας δόθηκε καν η επιλογή. Όλα αυτά μπορεί να οδηγήσουν κάποιον στο να επιζητάει τον έλεγχο πολλών πτυχών της ενήλικης ζωής του.
Όταν έχουμε προέλθει από καταστάσεις όπως οι παραπάνω, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναπτύξουμε υγιείς δεσμούς και είμαστε προσκολλημένοι σε όλα και σε όλους.
Αυτές οι προσκολλήσεις υπαγορεύουν το πώς βλέπουμε τους εαυτούς μας, τους άλλους και τον κόσμο. Αλλά και τον τρόπο, που διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά και τη συμπεριφορά μας στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Στην πραγματικότητα, η προσκόλλησή μας συνδέεται με την τάση τελειομανίας. Η τελειότητα στα πράγματα είναι συχνά αδύνατη και αυτό καθιστά την επίτευξη των στόχων μας δύσκολη. Η τελειομανία δεν είναι το ίδιο πράγμα με το να προσπαθείς να είσαι ο καλύτερος.
Δεν αφορά την υγιή επιτυχία και την ανάπτυξη. Χρησιμοποιείται συχνά για να προστατευτούμε από την ευθύνη ή την ντροπή.
Το να αφήσει κανείς τα πράγματα χωρίς έλεγχο, μπορεί να είναι τρομακτικό και να προκαλεί μεγάλη ανασφάλεια.
Η ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί να σας βοηθήσει να καταλάβετε τη δική σας συμπεριφορά, να αντιμετωπίσετε τους υποκείμενους φόβους σας, να αλλάξετε την προοπτική σας και να αναπτύξετε πιο υγιείς στρατηγικές αντιμετώπισης.
Μαρία Παπουτσή
M.Sc. Ψυχολογός-Παιδοψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου