Μια φορά κι έναν καιρό ζούσαν δύο γαλάζια καλτσάκια που αγαπιόντουσαν πολύ. Ήταν όλη μέρα μαζί, μαζί μέσα στα παπούτσια, μέσα στο συρτάρι, μέσα στο πλυντήριο, έξω στην απλώστρα... Δεν χώριζαν ποτέ, ποτέ ποτέ - ποτέ ποτέ!
Μία μέρα που γύρισαν από την παιδική χαρά και ήταν βρόμικα πολύ, η μαμά τα πήρε αμέσως και τα έβαλε πλυντήριο, να πλυθούν καλά, έβαλε και μαλακτικό να μοσχομυρίσουν, να είναι πεντακάθαρα γαλάζια καλτσάκια!
Τα καλτσάκια έκλεισαν τα μάτια τους και απόλαυσαν το μπάνιο τους, τραγουδούσαν κιόλας 'λα λα λα... λαλααααααα' (το αριστερό καλτσάκι τραγουδούσε όμορφα, το δεξί καλτσάκι από τα πολλά πλυσίματα είχε κλείσει η φωνή του, ήταν σαν να ακούς βραχνιασμένο βάτραχο. Που τραγουδάει με το στόμα γεμάτο γιουβαρλάκια.)
Μέσα στο πλυντήριο, ενώ πλένονταν με ζεστό νερό στο πρόγραμμα για τα πολύ λερωμένα ρούχα, ο Αριστερός Γαλάζιος Καλτσάκης χαλάρωσε πολύ... "μμμμ" είπε.. "μου φαίνεται πως θα με πάρει ο ύπνος... ραντεβού στην απλώστρα Ζzzzzz "
Άνοιξε τα μάτια του δύο ώρες αργότερα. Ήταν απλωμένο στο μπαλκόνι.
"Ε φίλε, μήπως είδες το ταίρι μου;" ρωτάει τον Κύριο Μανταλάκι.
- τι χρώμα είναι, απαντάει το μανταλάκι.
"Ροζ με κόκκινες βούλες, ΜΕ ΔΟΥΛΕΥΕΙΣ;!! ΤΙ ΧΡΩΜΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΦΟΥ ΣΟΥ ΛΕΩ ΤΟ ΤΑΙΡΙ ΜΟΥ, γαλάζιο βέβαια!"
-νευρικούλης είσαι ε; Δεν είδα τίποτα
"χμ, μάλλον θα στέγνωσε νωρίτερα από μένα και θα το μάζεψε η μαμά από την απλώστρα., θα συναντηθούμε στο συρτάρι με τα καθαρά" σκέφτηκε το αριστερό γαλάζιο καλτσάκι, λίγο ανήσυχο.
Όταν όμως η μαμά το ξεκρέμασε από την απλώστρα, την άκουσε να λέει "άντε πάλι ένα μονό καλτσάκι, που στην ευχή είναι το άλλο; Που στην ευχή πάνε όλες οι κάλτσες, τις τρώει το πλυντήριο;!"
Το καλτσάκι μας τρελάθηκε! ΧΑΘΗΚΕ ΤΟ ΤΑΙΡΙ ΤΟΥ;
"όχι ΔΕΝ ΤΟ ΔΕΧΟΜΑΙ ΑΥΤΟ! Δεν είναι δυνατόν!"
Είχε ακούσει ιστορίες για χαμένες κάλτσες που εξαφανίζονταν μυστηριωδώς και κανείς δεν έμαθε ποτέ που πήγαν! Είχε φίλους, μονές κάλτσες που ποτέ δεν βρήκαν το ταίρι τους κι έμεναν μόνες, ξεχασμένες στο συρτάρι.
"Όχι, ποτέ δεν θα το επιτρέψω αυτό να γίνει. Δεν θα σε εγκαταλείψω ποτέ Δεξί Γαλάζιο Καλτσάκι! Θα σε ψάξω, θα σε βρω, δεν θα τα παρατήσω ποτέ!"
Άρχισε να ψάχνει παντού. Μόλις η μαμά έφυγε από το δωμάτιο, χοπ! το καλτσάκι πήδηξε έξω από το συρτάρι. Χοπ χοπ χοπ, πήγε στο καλάθι με τα ασιδέρωτα "ίσως μπερδεύτηκε η μαμά και το έβαλε με τα παντελόνια και τις μπλούζες"
- Εεεεε παιδιά, μήπως είδατε τον Δεξί Γαλάζιο Καλτσάκι;
- Εγώ όχι, δεν τον είδα, είπε ο Άσπρος Ζακέτας της Μαρίας.
- Ούτε εγώ, είπε ο Μπλε Σορτσάκης του Κωνσταντίνου.
- Λυπάμαι Αριστερέ Γαλάζιε Καλτσάκι, ούτε εγώ το είδα το ταίρι σου, είπε η Γκλίττερ Μπλούζα της μαμάς.
- Εγώ! Εγώ τον είδα! φώναξε με ενθουσιασμό ο Πράσινος Ισοθερμικός Φανελάκης του μπαμπά, Νάτος! και έδειξε μία κάλτσα σε μία καρέκλα.
-Να μου κάνεις τη χάρη, πετάχτηκε μία άλλη κάλτσα από μια άλλη καρέκλα παραδίπλα, ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΤΑΙΡΙ, μας έβγαλε και μας πέταξε εδώ η Μαρία για να βάλει το καλσόν της, θέλουμε πλύσιμο, ζέχνουμε, 5 μέρες μας φορούσε. Δεν είμαστε γαλάζιες κάλτσες κανονικά, λευκές είμαστε, από τη βρομιά αλλάξαμε χρώμα, αλλά είμαστε μαζί, δεν έχουμε χαθεί!
Ο καλτσάκης μας ήταν απαρηγόρητος. Όμως ήταν αποφασισμένος. Όταν βρεις το ταίρι σου, είναι για πάντα! Δεν το εγκαταλείπεις στα δύσκολα. "ΘΑ ΣΕ ΒΡΩ, ΟΠΟΥ ΚΙ ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΘΑ ΣΕ ΒΡΩ ΒΡΑΧΝΙΑΣΜΕΝΟ ΒΑΤΡΑΧΑΚΙ ΜΟΥ, Δεξί Γαλάζιο Καλτσάκι μου!"
Tα άλλα ρούχα τον κοιτούσαν λυπημένα. Είχαν ακούσει και εκείνα, για κάλτσες που χάθηκαν στο πλυντήριο και δεν βρέθηκαν ποτέ. Πίστευαν πως τα δύο γαλάζια καλτσάκια δεν θα ξαναέσμιγαν ποτέ, ποτέ ποτέ - ποτέ ποτέ.
Όμως το Αριστερό Γαλάζιο Καλτσάκι ήταν ένας μικρός ήρωας, ένας μαχητής της αγάπης, ένας στρατιώτης της καρδιάς! Χοπ χοπ χοπ, χοροπηδώντας έφτασε μέχρι το μπάνιο και παίρνοντας φόρα, δίνει ένα σάλτο και ΤΣΟΥΠ από την μισάνοιχτη πόρτα βρίσκεται μέσα στον άδειο κάδο του πλυντηρίου!
Πόσο σκοτεινά και τρομαχτικά ήταν εκεί, τώρα που ήταν ολομόναχος. Δεν είχε κανένα άλλο ρούχο μέσα, μα πιο πολύ του έλειπε το ταίρι του, πρώτη φορά βρισκόταν στο πλυντήριο μόνο του! "ΕΕΕΕΕΕΕ είναι κανείς εδώώώώώώ;" φώναξε.
Καμία απάντηση, σιωπή.
"Ακούει κανείς;; Δεξί Γαλάζιο Καλτσάκι, μ'ακούς; Εγώ είμαι! Σε θέλω πίσωωωωω! Δε θέλω να είμαι μόνο μου, ακούς;;; Καλτσάκι μουουουουουουου!!!!!"
Σιωπή...
Το Αριστερό Γαλάζιο Καλτσάκι ακούμπησε με την πλατούλα του στον κάδο του πλυντηρίου και άρχισε να κλαίει. Τα ματάκια του έτρεχαν γαλάζια καλτσένια δάκρυα. Κρύωνε και ήταν μόνο του. Μα η καρδιά του ήταν δυνατή, "όχι, δεν θα τα παρατήσω, ΘΑ ΣΕ ΒΡΩ" είπε και σηκώθηκε. "Είσαι κάπου εδώ, εδώ χάθηκες, κάπου εδώ θα είσαι και θα σου λείπω, τόσο όσο λείπεις και συ σε μένα. Δε με έχεις ξεχάσει και ούτε εγώ θα σε ξεχάσω!"
Συνέχισε να ψάχνει με πείσμα μέσα στο σκοτεινό πλυντήριο, κάθε σημείο, σπιθαμή προς σπιθαμή! Ήταν κουρασμένο ιδρωμένο, φοβισμένο μα δεν σταματούσε, έψαχνε, έψαχνε, έψαχνε...
ώσπου ΞΑΦΝΙΚΑ...
όπως ακούμπησε σ'ενα σημείο του πλυντηρίου, ένιωσε μια μικρή προεξοχή. Προσπάθησε να δει καλύτερα, έβαλε όλη του τη δύναμη και ΤΟΤΕ....
... μία καταπακτή άνοιξε, ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΤΑΠΙΕ!! Εξαφανίστηκε ο Καλτσάκης! Εντελώς! Άδειο κι έρημο φαινόταν πάλι το πλυντήριο!
Το καλτσάκι ένιωθε να πέφτει στο κενό, να στροβιλίζεται, να στροβιλίζεται, να πέφτει, να πέφτει, να πετάει, να χάνεται! Έκλεισε τα μάτια του, τρομαγμένο, ζαλισμένο!
Όταν άνοιξε τα μάτια του, είχε προσγειωθεί. Κοίταξε δεξιά αριστερά γύρω του. Ε, δεν το πίστευε αυτό που έβλεπε!!
Μία ΚΑΛΤΣΟΠΟΛΙΤΕΙΑ!!!! Παντού κάλτσες, καλτσάκια, σοσονάκια και καλσόν! Καλτσοσχολεία, καλτσονοσοκομεία, καλτσοτράπεζες, καλτσοσούπερ μάρκετ, καλτσοπαιδικές χαρές... Τρελάθηκε από τη χαρά του ο Αριστερός Γαλάζιος Καλτσάκης! Ώστε εδώ λοιπόν βρίσκονται όλες οι κάλτσες που χάνονται, εδώ ζουν, εδώ είναι ο κόσμος τους!
Εδώ θα βρέθηκε και το ταίρι μου όταν άνοιξε η καταπακτή του πλυντηρίου και τον ρούφηξε! " Έρχομαι να σε βρω!!!" φώναξε και άρχισε να ψάχνει στους δρόμους της καλτσοπολιτείας. Πήγε στο καλτσοσινεμά, πήγε στο καλτσοθέατρο, πήγε στον καλτσοζωολογικό κήπο και στο καλτσονηπιαγωγείο!
Πήγε στην καλτσοταβέρνα και σε καλτσοκαφετέριες... Έψαχνε όλη μέρα στην καλτσοπολιτεία. Βρήκε εκατοντάδες κάλτσες που του έμοιαζαν πολύ! Μα δεν ήταν το καλτσάκι του...
Τότε είδε ένα καλτσοπαγωτατζίδικο στη γωνία του δρόμου. Ήταν κουρασμένος και τόσο λυπημένος. Σκέφτηκε "να, θα πάρω μια ανάσα εκεί, θα φάω ένα παγωτό και θα συνεχίσω να ψάχνω, ποτέ δεν θα τα παρατήσω!"
Πήγε με σκυμμένο το κεφάλι εκεί, και κατσουφιασμένος ετοιμάστηκε να παραγγείλει το αγαπημένο του παγωτό, αυτό που πάντα έτρωγαν μαζί.
-Ένα παγωτό καλτσοφυστίκι καλτσοφράουλα, θα ήθελα. Με τριμμένο...
"καλτσομπισκότο και καλτσοσιρόπι σοκολάτας" ακούστηκε μια βραχνή φωνή δίπλα του να παραγγέλνει το αγαπημένο τους παγωτό.
Ο Αριστερός Γαλάζιος Καλτσάκης γύρισε το κεφάλι ξαφνιασμένος προς τα εκεί που ακούστηκε η γνώριμη φωνή. "Βατραχάκι μου!!! Δεξί Γαλάζιο Καλτσάκι μου!!!" είπε με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση και έπεσε στην αγκαλιά του. "Σε βρήκα, ταίρι μου! Σε βρήκα!!"
"Με βρήκες, δε θα χωρίσουμε ποτέ ξανά" είπε και ο Δεξιός Καλτσάκης,τον έσφιξε δυνατά και του γλυκοφίλησε το καλτσομαγουλάκι!
Κι έτσι, τα δύο καλτσάκια έζησαν μαζί για πάντα στην όμορφη καλτσοπολιτεία,ήταν ευτυχισμένα και τραγουδούσαν μαζί στο μπάνιο. Το Αριστερό τραγουδούσε ωραία, το Δεξί σα βραχνιασμένο βατραχάκι. Έμειναν για πάντοτε ζευγάρι και δεν χώρισαν ξανά ποτέ, , ποτέ ποτέ - ποτέ ποτέ!