Η αφήγηση ενός εξωγήινου σε έναν γήινο που ζήτησε να διατηρηθεί η ανωνυμία του, ύστερα από μία επαφή εμπιστοσύνης που είχαν μεταξύ τους όταν συναντήθηκαν τυχαία. Η ιστορία του δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Globe Planet Star, στις 22/9/2020, από τον βραβευμένο με Pulitzer δημοσιογράφο Loukian So, ο οποίος μας περιγράφει την περιπέτεια της φυλής του ύστερα από την εισβολή κακόβουλων όντων:
Αρχικά, η φυλή μου είχε καλή σχέση με τον πλανήτη στον οποίο ζούσαμε. Μπορούσαμε να τον αισθανθούμε, να τον νιώσουμε, αλλά και να επικοινωνήσουμε μαζί του, τόσο στο σύνολο όσο και σε εκείνα που τον αποτελούσαν.
Μπορούσαμε να μιλήσουμε και να ανταλλάσσουμε απόψεις με την βροχή, με το νερό, τα ποτάμια, τις θάλασσες, τα βουνά, τα δέντρα, τα φυτά, τα ζώα, ακόμα και με την τροφή μας.
Γενικότερα, τα μέλη της φυλής μας μπορούσαμε να επικοινωνούμε τηλεπαθητικά μεταξύ μας, σε όλα τα επίπεδα. Μπορούσαμε να διαβάσουμε τις σκέψεις του άλλου, δεν υπήρχαν μυστικά και δολοπλοκίες. Μπορούσαμε να νιώσουμε τα αισθήματα του άλλου σαν να ήταν δικά μας.
Μπορούσαμε να διαισθανθούμε, να προβλέψουμε. Η μνήμη που είχαμε μπορούσε να χωρέσει σχεδόν την απόλυτη Γνώση, από παντού σε κάθε μήκος και πλάτος του σύμπαντος.
Ήμασταν διαλλακτικά όντα και συζητούσαμε τα πάντα. Πολλοί μας μπερδεύουν με τα
Φωτεινά Όντα, αλλά αν και απέχουμε αρκετά, έχουμε πολλά κοινά στοιχεία και μοιάζουμε.
Η αίσθηση του χρόνου και το να ταξιδεύεις πρακτικά μέσα σε αυτόν ήταν κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Το ίδιο φυσιολογικό ήταν και η θεραπεία, όχι μόνο των ασθενών της φυλής, αλλά και των φυτών, των δέντρων, των θαλασσών, του καιρού, των ζώων κλπ. Χάρη σε όλα αυτά, καθώς και πολλά άλλα περισσότερα, ο πολιτισμός μας ήταν πολύ προχωρημένος.
Τεχνολογία, έτσι όπως την ορίζετε εσείς εδώ στην Γη, δεν είχαμε, γιατί δεν την χρειαζόμαστε. Ωστόσο, είχαμε έμβια σπίτια, δηλαδή, ήταν ζωντανά με οργανισμό που διέθετε άποψη και επικοινωνούσαμε μαζί τους. Οι έννοιες βία και πόλεμος ήταν άγνωστες.
Όμως, μια μέρα, εμφανίστηκαν κάποιοι. Ήταν όπως εμείς. Ολόιδιοι. Μόνο που δεν ήταν από την φυλή μας, ούτε καν από τον πλανήτη μας.
Αν και οι πρόγονοί μας δεν μπορούσαν να τους νιώσουν, να διαβάσουν τις σκέψεις τους, να δουν μέσα τους, πείστηκαν πως ήταν μέλη της φυλής μας, αλλά για κάποιο λόγο, είχαν γεννηθεί με κάποιο ελάττωμα χωρίς τα προνόμια που είχαμε εμείς. Πέρα από κάποιες ελάχιστες αντιρρήσεις, έγιναν αποδεκτοί.
Με τα χρόνια, αυτό το άγνωστο είδος, άρχισε να πληθαίνει και να μεγαλώνει ανάμεσά μας και, φυσικά, να κερδίζει την εμπιστοσύνη μας. Σταδιακά, κάποιοι από αυτούς, ξεγέλασαν μέλη της φυλή μας, ότι είχαν δήθεν κάποιες άλλες δυνάμεις που δεν είχαμε εμείς, αλλά επειδή δεν μπορούσαμε να τους “διαβάσουμε” δεν είχαμε και τη δυνατότητα να διασταυρώσουμε τα λεγόμενά τους.
Άρχισαν να μιλούν για μια “ανώτερη δύναμη” που εξέπεμπε σε μία συχνότητα που εμείς, η φυλή μου κι εγώ, δεν μπορούσαμε να προσδιορίσουμε. Έλεγαν ψέματα, φυσικά. Ήταν Εισβολείς. Απλά δεν τον είχαμε καταλάβει ακόμα.
Αν και την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν ηγεσίες και αρχηγοί στον πλανήτη μας – ήμασταν όλοι ένα, ισότιμοι και ισοδύναμοι – αυτοί οι καινούργιοι όρισαν έναν ως εκπρόσωπό τους, ο οποίος δήθεν δεχόταν θετική ενέργεια από μία πηγή που όλοι εμείς οι υπόλοιποι δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε.
Στη συνέχεια, πρότειναν πως εκείνοι μπορούσαν να λαμβάνουν το “μήνυμα” της ανύπαρκτης ενέργειας, επειδή από την φύση τους, ήταν κλειστές όλες οι αισθήσεις επικοινωνίας, σε αντίθεση με εμάς.
Πρότειναν, λοιπόν, πως όσοι από εμάς ήθελαν να “ακούσουν” την “ανώτερη ενέργεια” η οποία ήταν δήθεν πολύ αμυδρή επειδή ερχόταν από πολύ μακριά, έπρεπε να σταματήσουμε να ακούμε την κάθε φύση του πλανήτη μας αλλά και την ίδια την Φύση.
Κάποιοι από εμάς το επιχείρησαν αλλά δεν τα κατάφεραν να “ακούσουν” την “ανώτερη ενέργεια”. Κάπως έτσι άρχισαν οι αντιρρήσεις και τα επιχειρήματα για το τι υπήρχε και τι δεν υπήρχε. Μερικοί από την φυλή μου παρασύρθηκαν και πήραν το μέρος των Εισβολέων.
Αυτό, σταδιακά και με τα χρόνια, οδήγησε σε πολλές ομάδες, διαφορετικών εκτιμήσεων. Η κάθε ομάδα άρχισε να αποκτά έναν αρχηγό. Οι αρχηγοί άρχισαν να διεκδικούν και να υπόσχονται. Ξεκίνησαν έχθρες, διχόνοιες και μικρές εχθροπραξίες που εξελίχθηκαν σε μεγάλους πολέμους.
Οι απαιτούμενες νίκες, παραμέρισαν σιγά-σιγά τις ψυχικές μας δυνάμεις. Έπαψε η επαφή με τα ζώα, αλλά και με κάθε άλλη ζωντανή φύση γύρω μας, ακόμα και η “σάρωση” μεταξύ μας.
Εξαιτίας αυτής της σταδιακής διακοπής αναγκαστήκαμε να καλλιεργούμε την γη, γιατί μόνη της δεν απέδιδε πια, χρειάστηκε να σκοτώνουμε τα ζώα για να ζήσουμε και παράλληλα να μολύνουμε τον πλανήτη μας...,
ενώ την ίδια στιγμή κυκλοφορούσε η δήθεν υπόσχεση ότι υπήρχε ένας άλλος κόσμος, κάπου αλλού, καλύτερος από τον δικό μας. Όσοι άρχισαν να το πιστεύουν δεν έδιναν καμία πλέον σημασία στην υγεία του πλανήτη μας.
Δημιουργήθηκε τεχνολογία πολέμου, αλλά κυρίως τεχνολογία για αρκετά από αυτά που είχαμε χάσει, όπως για παράδειγμα να μιλούμε με κάποιον στην άλλη άκρη του πλανήτη μας, ή να ταξιδεύουμε από το ένα μέρος στο άλλο σε λίγες ώρες.
Είχαμε γίνει εργάτες και σκλάβοι αυτή της τεχνολογίας, αλλά κυρίως είχαμε γίνει δούλοι όλων εκείνων των εκατοντάδων αρχηγών που δήθεν προασπίζονταν τα κράτη και τις χώρες που είχαν φτιάξει για εμάς, χωρίς εμάς.
Πάρα πολλοί από την φυλή μου, είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν την ψευτιά τους και πως όλα αυτά γίνονταν για να καλλιεργούν τον φόβο μας, κυρίως, τον φόβο μας για να μην πεθάνουμε.
Πολλοί διαμαρτύρονταν, αλλά όλες οι προσπάθειες έπεφταν στο κενό, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία είχε βολευτεί ή επειδή φοβόταν να ζήσει ελεύθερη. Φοβόταν να ζήσει για να μην πεθάνει.
Όσο οι αφυπνισμένοι της φυλής μου πύκνωναν και διαμαρτύρονταν φωναχτά, φανερά και μέσω της τεχνολογίας που μας είχαν δώσει, τόσο οι Εισβολείς συνεχώς νομοθετούσαν και όριζαν κανόνες περιορισμού στο όνομα της ελευθερίας ή της “αμυδρής ανώτερης ενέργειας”.
Στο όνομα και των δύο, βιαιοπραγούσαν ή ακόμα και σκότωναν. Είχαν καταφέρει να μας υποτάξουν. Όλα ελέγχονταν. Η κάθε επαφή, η κάθε επικοινωνία, η κάθε σκέψη, το κάθε άγγιγμα, το κάθε φιλί.
Η τεχνολογία είχε γίνει τόσο ισχυρή που “διάβαζε” το μέσα μας και γνώριζε τα πάντα για εμάς, όπως κάποτε μπορούσαμε να κάνουμε αναμεταξύ μας από φυσικού μας.
Η διαφορά του “κάποτε” με το “τώρα” είναι πως “τώρα” ο σκοπός της τεχνολογικής επαφής και επικοινωνίας υπήρχε και βελτιωνόταν συνεχώς για να ελέγχουν όλη την φυλή και το κάθε μέλος της απ’ άκρη σ’ άκρη του πλανήτη.
Ήταν το πανίσχυρο εργαλείο μιας, ουσιαστικά, πλανητικής κυβέρνησης η οποία αν και ουσιαστικά δεν ήταν εδραιωμένη, μπορούσε με κάποιο τρόπο, να ελέγχει όλα τα κράτη, όλο τον πλανήτη. Γιατί;
Απλά, διότι γι’ αυτούς αποτελούσαμε ταυτόχρονα την πρώτη ύλη και το τελικό προϊόν με το οποίο οι Εισβολείς τρέφονταν και ζούσαν. Οι Εισβολείς έκαναν τα πάντα ώστε ο πλανήτης μας να παραμείνει στο σκοτάδι.
Έπρεπε με κάποιο τρόπο να ξεκινήσει μία εξέγερση των Φωτεινών Όντων, από εμάς τους ίδιους και όχι από άλλους ανύπαρκτους σωτήρες που μας παραμύθιαζαν ότι δήθεν υπήρχαν για να μας θολώνουν το νου.
Όταν τα αυθεντικά μέλη της φυλή μου άρχισαν να το συνειδητοποιούν, άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους, χωρίς τεχνολογία, από στόμα σε στόμα. Δεν εγκαταλείψαμε την τεχνολογία, απλά δεν την χρησιμοποιούσαμε για να επικοινωνούμε τόσο σοβαρά ζητήματα.
Σταδιακά, σταματήσαμε τις διαμαρτυρίες. Κάναμε πως δήθεν υπακούγαμε. Μια τεράστια ηρεμία απλώθηκε σιγά-σιγά στον πλανήτη μας. Η εξέγερση των Φωτεινών Όντων ήταν προ των πυλών. Οι μυστική επικοινωνία μεταξύ μας, δεν μπορούσε να ανιχνευθεί με καμία τεχνολογία, ούτε μπορούσαν να βρουν ίχνη για να την αποκρυπτογραφήσουν – γιατί δεν υπήρχε κάποια κρυπτογράφηση.
Απλά χανόταν στον αέρα γιατί ήταν ψιθυριστά λόγια. Επιπλέον, δεν τους δώσαμε ποτέ την εντύπωση πως υπήρχαν υπόγειες διαδρομές από μέρους μας.
Όταν όλος ο πλανήτης ηρέμησε και οι Εισβολείς χαίρονταν την επιτυχία που νόμιζαν ότι κατάφεραν, δηλαδή, να μας υποτάξουν εντελώς, όλοι εμείς της φυλής μου, είχαμε συνεννοηθεί να επιτεθούμε ταυτόχρονα σε όλα τα στρατηγικά σημεία των Εισβολέων, σε ολόκληρο τον πλανήτη, είτε αυτά ήταν κέντρα τεχνολογικής επικοινωνίας και τηλε-επαφής, αρχηγεία, φρούρια, φυλακές, ομάδες καταστολής, τα πάντα.
Η επίθεσή μας ήταν τόσο καλά μελετημένη και οργανωμένη, ξαφνική και αναπάντεχη που δεν πρόλαβε να πατηθεί ούτε μία σκανδάλη από τους Εισβολείς. Μέσα σε λίγες ώρες είχαμε καταλάβει όλα τα πόστα που μέχρι πρότινος μπορούσαν να μας ελέγχουν.
Κινηθήκαμε περίπου, σαν τον
Οδυσσέα όταν εκτέλεσε τους Μνηστήρες, όπως τα περιγράφει στην “Οδύσσεια” ο Όμηρος. Πρώτα “χτυπήσαμε” τα κέντρα ελέγχου επικοινωνίας και διάδοσης ειδήσεων, ακριβώς επειδή ελέγχουν και λογοκρίναν την αλήθεια και την διαστρέβλωναν.
Ο λόγος ήταν για να μην προλάβουν να μεταδώσουν την κίνησή μας. Στη συνέχεια, αυτούς που μάχονταν εναντίον μας επιβάλλοντας με βία τους νόμους τους. Ύστερα, αυτούς που έφτιαχναν τους νόμους και τους έστηναν προς το συμφέρον των Εισβολέων.
Τελευταίοι οι αρχηγοί και ηγέτες που κανόνιζαν την υποδούλωσή μας, οι οποίοι όπως διαπιστώθηκε ήταν ερπετοειδή. Αυτή η δράση μας, ονομάστηκε από άλλους κατοίκους του σύμπαντος ως η Εξέγερση των Φωτεινών Όντων.
Με αυτόν τον τρόπο, έχουμε κερδίσει και πάλι της ελευθερία μας. Έχουμε επαναφέρει την υγεία στον πλανήτη μας και προσπαθούμε να αποκτήσουμε την επαφή και την επικοινωνία που είχαμε μαζί του, με την Φύση, αλλά και με κάθε έμβιο ον.
Τώρα, με την τεχνολογία που μας έμεινε, την αναπτύξαμε και κάνουμε διαστρικό τουρισμό και – όπως βλέπεις – έχω έρθει στην Γη και σου διηγούμαι την ιστορία μου, προκειμένου να ενημερώσουμε κατοίκους πλανητών που, ίσως, έχουν ανάγκη να διδαχτούν από αυτήν. Napoten, είναι το όνομά μου και ήρθα από τον πλανήτη Nolo.
diadrastika / Image by GeorgeB2 from Pixabay
Σπύρος Μακρής