Σ' αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε στις δυσκολίες που προκύπτουν την ώρα του διαλογισμού και τι μπορούμε να κάνουμε για να τις χειριστούμε καλύτερα. Και ξεκινάμε από την παραδοχή ότι ο διαλογισμός δεν είναι κάτι εύκολο. Απαιτεί πρακτική εξάσκηση, υπομονή και χρόνο για να εξοικειωθούμε με τη διαδικασία της εστίασης της προσοχής και της παρατήρησης.
Το "κόλπο" βρίσκεται στη σωστή στάση που κρατάμε απέναντι σ' αυτές τις δυσκολίες, καθώς πρέπει να τις αποδεχτούμε ως αναπόσπαστο κομμάτι της πρακτικής μας. Δεν πρέπει να τις αποφεύγουμε, αλλά να μάθουμε να τις χρησιμοποιούμε γιατί έχουν να μας διδάξουν πολύτιμα μαθήματα.
Στην καθημερινότητά μας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποφεύγουμε τα προβλήματα και τις δυσκολίες, ενώ ταυτόχρονα τρέχουμε πίσω από τις επιθυμίες μας. Ο διαλογισμός μας προσφέρει τις ιδανικές συνθήκες για να εξετάσουμε αυτή τη συμπεριφορά και να αναπτύξουμε τους κατάλληλους τρόπους αντιμετώπισής της.
Πρώτα απ' όλα πρέπει να μάθουμε να είμαστε υπομονετικοί με τον εαυτό μας. Δεύτερον, πρέπει να αναπτύξουμε τη συνήθεια αντί να αποφεύγουμε ή να κρύβουμε κάτι που δεν μας ικανοποιεί, να το παρατηρούμε και να το εξετάζουμε σε βάθος. Αν είμαστε δυστυχισμένοι πρέπει να παραδεχτούμε ότι είμαστε δυστυχισμένοι.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτή πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Με το να την κρύβουμε από τον εαυτό μας δεν κερδίζουμε τίποτα, ίσα-ίσα που διαιωνίζουμε τη δυστυχία μας. Πρακτικά, παρατηρώ σημαίνει αποσυνθέτω. Και όταν αποσυνθέτουμε ένα πρόβλημα, το πρόβλημα χάνει τη συνοχή και τη δομή του και παύει να είναι πρόβλημα.
Ως συνέπεια ακολουθεί η απελευθέρωση από το πρόβλημα. Η κατάλληλη στάση λοιπόν απέναντι στις δυσκολίες είναι να κατανοήσουμε ότι όλες οι δυσκολίες είναι αντιμετωπίσιμες και ότι αποτελούν ευκαιρίες για εξάσκηση, μάθηση και απελευθέρωση.
1. Ο σωματικός πόνος
Η στάση του σώματος την ώρα του διαλογισμού μπορεί να μας προκαλέσει πόνο στα πόδια, στην πλάτη, στους ώμους, και αλλού. Είναι σημαντικό όταν ξεκινάμε και παίρνουμε την κατάλληλη στάση, να μένουμε μ' αυτή καθ' όλη τη διάρκεια του διαλογισμού και να μην κουνιόμαστε πολύ, γιατί αποσπάται η προσοχή μας και διαταράσσεται η συγκέντρωσή μας.
Τους σωματικούς πόνους τους αντιμετωπίζουμε μετατρέποντάς τους σε αντικείμενα του διαλογισμού μας. Για παράδειγμα, αν ξεκινάμε έχοντας εστιασμένη την προσοχή μας στην αναπνοή μας και μετά από λίγη ώρα αρχίσουμε να νιώθουμε έναν πόνο στο αριστερό μας πόδι, δεν θα κουνηθούμε, αλλά θα μεταφέρουμε την προσοχή μας στο σημείο που αισθανόμαστε τον πόνο.
Θα τον παρατηρήσουμε αναλυτικά σε όλες τις διαστάσεις του. Επίσης, μπορούμε να αντικαταστήσουμε τα μάντρα που λέγαμε προηγουμένως (π.χ. "εισπνοή, εκπνοή" ή "in, out" σχετικά με την αναπνοή μας) με το μάντρα "πόνος... πόνος... πόνος...". Επαναλαμβάνοντας από μέσα μας αυτή τη λέξη με αργό ρυθμό, εστιάζουμε την προσοχή μας στη διαδικασία του πόνου και παύουμε να είμαστε απόλυτα ταυτισμένοι μαζί του.
Άλλες φορές ο πόνος υποχωρεί μετά από λίγο και άλλες φορές όχι. Σημασία έχει να υπερβούμε, πρώτον, την αίσθηση του πόνου και, δεύτερον, την αντίστασή μας σ' αυτόν. Η αντίσταση είναι εκτός από σωματική (μπορεί οι μύες γύρω από την περιοχή του πόνου να θέλουν να συσπαστούν) και νοητική.
Τη σωματική την αντιμετωπίζουμε χαλαρώνοντας νοητικά τους μύες της περιοχής που πονάει. Η νοητική αντίσταση αποτελείται από σκέψεις του τύπου "δεν μου αρέσει αυτή η αίσθηση", "δεν θα έπρεπε να πονάω", "θέλω να σταματήσει ο πόνος", κ.τ.λ. Παρατηρώντας αυτές τις σκέψεις μειώνουμε την απόσταση που έχουμε "εμείς", ως άτομα, από τον πόνο ως φαινόμενο.
Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται κατά πολύ η αίσθηση του πόνου. Αφού σταματήσει λοιπόν ο πόνος να μας αποσπάει την προσοχή, μπορούμε να συγκεντρωθούμε και πάλι στην αναπνοή μας.
2. Το μούδιασμα των ποδιών
Το μούδιασμα των ποδιών είναι ένα πολύ κοινό φαινόμενο κυρίως στους αρχάριους, γιατί τα πόδια τους δεν είναι συνηθισμένα να μένουν σ' αυτή τη στάση για πολλή ώρα. Με την εξάσκηση το σώμα προσαρμόζεται και το μούδιασμα μειώνεται.
Και σ' αυτή την περίπτωση, όπως και στον πόνο, παρατηρούμε το μούδιασμα προσεκτικά συγκεντρώνοντας την προσοχή μας στην αντίστοιχη περιοχή. Μπορεί να μας δημιουργεί μια δυσάρεστη αίσθηση, αλλά δεν υπάρχει πόνος όσο τα πόδια μένουν ακίνητα. Γι' αυτό παραμένουμε ήρεμοι και απλά παρατηρούμε το φαινόμενο.
3. Η υπνηλία
Η υπνηλία είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο, αφού ο διαλογισμός χαλαρώνει τον νου και το σώμα. Αν πριν ξεκινήσουμε τον διαλογισμό φάμε μια μεγάλη ποσότητα φαγητού, τότε είναι λογικό να νυστάζουμε. Γι' αυτό είναι καλύτερα, αν τρώμε πριν τον διαλογισμό, να τρώμε λίγο, ή να περιμένουμε να περάσει καμιά ώρα από τότε που φάγαμε και μετά να ξεκινήσουμε.
Σημασία πάντως έχει να μην κοιμηθούμε γιατί ο ύπνος και η συγκέντρωση του νου είναι δύο αντίθετες καταστάσεις. Πρακτικά, για να αντιμετωπίσουμε την υπνηλία μπορούμε να πάρουμε μια βαθιά εισπνοή, να την κρατήσουμε όσο περισσότερο μπορούμε και μετά να εκπνεύσουμε αργά. Αυτό να το επαναλάβουμε όσες φορές χρειαστεί μέχρι να νιώσουμε το σώμα μας να ζεσταίνεται και την υπνηλία να υποχωρεί. Μετά μπορούμε να επιστρέψουμε πάλι στην αναπνοή μας.
4. Η αδυναμία συγκέντρωσης
Το παν στον διαλογισμό είναι η συγκέντρωση της προσοχής μας σε ένα αντικείμενο. Συνήθως αυτό είναι η αναπνοή μας, η κίνηση της κοιλιάς κατά την αναπνοή ή ένας ήχος. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο διαλογισμός ακολουθεί μια κυκλική πορεία.
Είναι μέρες που ο νους μας είναι απόλυτα ήρεμος και νιώθουμε ότι ο διαλογισμός μας πήγε πολύ καλά, ενώ άλλες ότι τρέχει συνέχεια χωρίς να μπορούμε να τον σταματήσουμε. Σ' αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν κάποιες βοηθητικές τεχνικές. Μία πολύ αποτελεσματική είναι να μετράμε τις εκπνοές μας.
Δηλαδή : εισπνέουμε κανονικά από τη μύτη και εκπνέοντας μετράμε (από μέσα μας πάντα) "ένα". Μετά εισπνέουμε πάλι και εκπνέοντας μετράμε "δύο". Φτάνουμε μέχρι το "πέντε" και ξαναρχίζουμε από την αρχή. Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι το να σταματήσουμε τον νου μας να παράγει σκέψεις δεν είναι τόσο σημαντικό όσο το να έχουμε επίγνωση των σκέψεων που ο νους δημιουργεί.
Αν δεν μπορούμε να σταματήσουμε τον νου μας, απλά ας τον παρατηρήσουμε. Δεν χρειάζεται να αγχωθούμε γιατί ο σκοπός είναι να εξοικειωθούμε με την αποδοχή όλων των γεγονότων. Και η φλυαρία του νου είναι απολύτως φυσιολογική, αρκεί να είμαστε συγκεντρωμένοι για να την παρατηρήσουμε. Μόλις δούμε λοιπόν ότι ο νους μας έχει ηρεμήσει με τη βοήθεια της παραπάνω τεχνικής, μπορούμε να σταματήσουμε το μέτρημα.
5. Η βαρεμάρα
Κάποια στιγμή όλοι βαριόμαστε. Αλλά πρόκειται απλά για τις σκέψεις που δημιουργεί ο νους και λένε "σήκω να κάνεις κάτι πιο χρήσιμο", "χάνεις την ώρα σου μ' αυτά τα πράγματα" και άλλα παρόμοια. Το να παρατηρούμε κάτι δεν μπορεί ποτέ να είναι βαρετό, εκτός και αν ερμηνεύουμε τη διαδικασία. Τότε όμως πάλι είμαστε ταυτισμένοι με τον νου και πιστεύουμε σ' αυτές τις σκέψεις.
Όταν παρατηρούμε κάτι είναι σαν να το βλέπουμε για πρώτη φορά. Ποτέ δεν πρόκειται να "τελειώσουμε" με τον διαλογισμό, γι' αυτό οι σκέψεις του τύπου "εντάξει, το δοκίμασα κι αυτό και βαρέθηκα" πρέπει απλά να αποτελέσουν αντικείμενα της παρατήρησής μας.
6. Ο φόβος
Το συναίσθημα του φόβου μπορεί να εμφανιστεί την ώρα του διαλογισμού χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο και οι αιτίες γι' αυτό μπορεί να είναι διάφορες.
Ίσως να πρόκειται για καταπιεσμένο φόβο που είχαμε απωθήσει από την παιδική μας ηλικία. Ας μην ξεχνάμε ότι οι σκέψεις γεννιούνται πρώτα στο ασυνείδητο μας και μετά μπορούμε να τις συνειδητοποιήσουμε.
Σ' αυτό το διάστημα, από την αρχή της δημιουργίας τους μέχρι τη στιγμή που θα τις αντιληφθούμε και θα τις παρατηρήσουμε, είμαστε απόλυτα ταυτισμένοι μαζί τους. Τότε είναι που είμαστε ασυνείδητοι και που το σώμα μας νομίζει ότι οι σκέψεις αυτές αντανακλούν έναν πραγματικό κίνδυνο - και ακολουθεί το συναίσθημα του φόβου. Αλλά πρόκειται απλά για ασυνείδητες σκέψεις και τίποτα παραπάνω.
Μια δεύτερη πιθανή αιτία είναι ο φόβος του αγνώστου. Σε κάποια στιγμή της ζωής μας θα έρθουμε αντιμέτωποι με το μεγαλείο του διαλογισμού : την αποσύνθεση των ψευδαισθήσεων που χρησιμοποιούσαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια για να ερμηνεύουμε τη ζωή.
Όλες οι ψευδαισθήσεις, ότι είμαστε μοναδικοί, ότι είμαστε ξεχωριστοί, ότι είμαστε "εμείς" και οι "άλλοι", ότι οι σκέψεις μας αντανακλούν την πραγματικότητα, κ.ά., θα καταρριφθούν. Τότε είναι που θα έρθουμε σε επαφή με την αληθινή μας φύση και θα συναντήσουμε την αλήθεια. Αυτό μπορεί να ακούγεται κάπως τρομακτικό, αλλά δεν είναι. Είναι απλώς η πραγματικότητα.
Μία τρίτη αιτία που μπορεί να νιώθουμε φόβο είναι η αδύναμη συγκέντρωση της προσοχής μας στο αντικείμενο του διαλογισμού. Μπορεί να σκεφτόμαστε ότι "όποια σκέψη εμφανιστεί μετά θα την εξετάσω διεξοδικά, αφού αυτό πρέπει να κάνω" και έτσι να ξεκινήσει ο νους να δημιουργεί σενάρια, από αδιάφορα έως απειλητικά και τρομακτικά, μόνο και μόνο για να δοκιμάσουμε τις δυνάμεις μας.
Πρόκειται για άλλη μία από τις παγίδες του νου που προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή μας - απλά είναι πολύ καλά καμουφλαρισμένη κάτω από τη σκέψη της αυτοαξιολόγησης ("ευκαιρία να δω αν είμαι καλός στον διαλογισμό και να δω τι έχω μάθει μέχρι τώρα"). Όπως και στις άλλες περιπτώσεις έτσι κι εδώ, παρατηρούμε αυτές τις σκέψεις χωρίς να τις κρίνουμε και επιστρέφουμε στην αναπνοή μας.
7. Η επιθυμία "να τα καταφέρουμε"
Ένας από τους σκοπούς του διαλογισμού είναι να μάθουμε "να σαλπάρουμε με όλους τους ανέμους", όπως θα έλεγε και ο Νίτσε. Να αποδεχόμαστε οτιδήποτε συμβαίνει γιατί απλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Έτσι κι εδώ λοιπόν, το να προσπαθούμε πολύ για να καταφέρουμε κάτι συγκεκριμένο με τον διαλογισμό είναι σαν να εναντιωνόμαστε στην πραγματικότητα και στον εαυτό μας.
Ο Άλαν Ουάτς έλεγε ότι ο διαλογισμός δεν έχει κανέναν σκοπό, γιατί αν είχε θα σήμαινε ότι επιθυμούμε κάτι, ενώ προσπαθούμε παράλληλα να απαλλαγούμε από όλες τις επιθυμίες μας. Η ουσία είναι να μάθουμε να μην παίρνουμε τα πράγματα στα σοβαρά, γιατί αν απογοητευόμαστε ή αγχωνόμαστε όταν δεν μπορούμε να ησυχάσουμε τον νου μας, είναι σαν να αντιστεκόμαστε στο γεγονός αυτό.
Ενώ η χαλάρωση θα έρθει αυτόματα μόλις αποδεχτούμε την πραγματικότητα και σταματήσουμε να προσπαθούμε να χαλαρώσουμε τον νου. Γι' αυτό το να προσπαθούμε να πετύχουμε κάτι συγκεκριμένο με τον διαλογισμό, θα μας οδηγήσει σίγουρα σε ένταση και αυτοκριτική.
Πρέπει να απαλλαγούμε από όλες τις προσδοκίες μας για να μπορέσουμε να συγκεντρωθούμε μόνο στην παρατήρηση. Αλλά και πάλι αν αυτές εμφανιστούν, δεν πειράζει. Θα τις παρατηρήσουμε, θα τις αποδεχτούμε και θα συνεχίσουμε τον διαλογισμό μας.