Δεν μπορώ να χάνω χρόνο με ό,τι με πληγώνει.
«Δεν έχω υπομονή για κάποια πράγματα, όχι επειδή έχω γίνει υπεροπτική, αλλά επειδή έχω φτάσει σε ένα σημείο της ζωής μου όπου δεν μπορώ να χάνω χρόνο με ότι με δυσαρεστεί, ή με πληγώνει.
Δεν έχω υπομονή για τον κυνισμό, για την υπερβολική κριτική και τις απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης.
Δεν έχω πια τη διάθεση να αρέσω σε όσους δεν αρέσω, να αγαπάω αυτούς που δεν με αγαπάνε και να χαμογελάω σε αυτούς που δεν μου χαμογελάνε.
Δεν χαρίζω ούτε λεπτό σε αυτούς που λένε ψέματα, ή θέλουν να με χειραγωγήσουν.
Αποφάσισα να μην συνυπάρχω πια με την προσποίηση, την υποκρισία, την ανεντιμότητα και τον φτηνό έπαινο. Δεν μπορώ να ανεχθώ ούτε την επιλεκτική γνώση, ούτε την ακαδημαϊκή αλαζονεία. Δεν με ενδιαφέρει ούτε το κουτσομπολιό.
Αντιπαθώ τις αντιπαραθέσεις και τις συγκρίσεις. Πιστεύω στον κόσμο των αντιθέτων και γι’ αυτό αποφεύγω ανθρώπους με δύσκαμπτες και άτεγκτες προσωπικότητες. Στη φιλία απεχθάνομαι την έλλειψη αφοσίωσης και την προδοσία.
Δεν τα πάω καλά με όσους δεν ξέρουν να πουν μια καλή κουβέντα, ή μια λέξη ενθάρρυνσης. Βαριέμαι τις υπερβολές και δεν μπορώ να αποδεχθώ αυτούς που δεν αγαπάνε τα ζώα.
Και πάνω από όλα δεν έχω υπομονή για όποιον δεν αξίζει την υπομονή μου».
Το παραπάνω κείμενο έκανε το γύρο του διαδικτύου χτες. Το πόσταρα κι εγώ. Λανθασμένα αποδόθηκε στη Μέριλ Στριπ ενώ ανήκει στον Πορτογάλο συγγραφέα Jose Micard Teixeira.
Είναι από εκείνα τα κείμενα ή ατάκες που τα βρίσκεις και τα αναπαράγεις με ορμή γιατί εκφράζουν κάποια οργή σου ή κάποια επιθυμία που έχεις καταπιέσει.
Ταυτίζεσαι, λες να, κάποιος εκεί έξω με καταλαβαίνει, δεν είμαι μόνος με όλους τους τρελούς.
Και ξαφνικά τα shares και τα retweets χτυπάνε κόκκινο και διαπιστώνεις πόσοι ακόμα άνθρωποι γύρω σου έχουν την ίδια οργή ή επιθυμία που έκρυβες κι εσύ. Κοίτα πως μοιάζουμε μερικές φορές οι άνθρωποι…
Η υπομονή σε γενικές γραμμές θεωρείται προτέρημα.
Αποθεώνεται από φιλοσοφία και θρησκεία και συνήθως δικαιώνεται κοινωνικά και προσωπικά. Η υπομονή δεν είναι αναμονή όπως λανθασμένα τη μεταφράζουμε μερικές φορές. Δεν περιμένουμε, υπομένουμε. Είναι διαφορετικά πράγματα. Και είναι λάθος να υπομένουμε περιμένοντας κάτι.
Η αναμονή κρύβει συχνά αναβολή και απραξία, ενώ η υπομονή πρέπει να περιλαμβάνει δράση, ή ενέργεια. Για αλλάξει αυτό που υπομένουμε. Ή μέχρι να αλλάξει αυτό που υπομένουμε.
Η υπομονή είναι βαθιά προσωπική υπόθεση.
Είναι επιλογή. Υπομένεις για τον εαυτό σου, ακόμα και αν φαίνεται παροδικά πως γι’ αυτό ευθύνονται άλλοι. Υπομένουμε ένα παρανοϊκό αφεντικό, συναδέλφους που είναι δύσκολο να επικοινωνήσουμε, συνεργάτες που δημιουργούν μονίμως προβλήματα.
Υπομένουμε την ανεργία, την οικονομική δυσχέρεια και τη θλίψη γύρω μας.
Υπομένουμε το σύντροφό μας που μπορεί να αντιμετωπίζει προσωπικά θέματα ή και ολόκληρη την οικογένειά του που δεν συμπαθούμε.
Τη σχέση μας την ίδια που μπορεί να περνάει κρίση. Το κυκλοφοριακό, τον κάθε τρελό που πήρε ένα αυτοκίνητο και βγήκε στο δρόμο, αυτόν που μας κλέβει τη σειρά οπουδήποτε, εκείνον που δεν μας σέβεται.
Υπομένουμε ένα πρόβλημα υγείας δικό μας είτε αγαπημένου προσώπου. Σε κάθε έκφανση η ζωή μοιάζει να απαιτεί υπομονή. Δεν θα έβγαινε πέρα χωρίς αυτή!
Όταν φτάνει η συζήτηση στην υπομονή πάντα μου έρχεται στο μυαλό το βιβλίο «Τα μαύρα φεγγάρια του έρωτα». Η πρωταγωνίστρια υπομένει απίστευτο κυνισμό, αλαζονεία και υποτίμηση από το σύντροφό της.
Μέχρι που εκείνος μένει παράλυτος και ξαφνικά την έχει απόλυτη ανάγκη.
Και τότε εκείνη του επιστρέφει πίσω όλα εκείνα που της έκανε. Από τη μία ο πρωταγωνιστής μοιάζει να πληρώνει την αλαζονεία του και η κοπέλα να δικαιώνεται για την υπομονή της. Στο τέλος όμως κι εκείνη με τη σειρά της πληρώνει αυτά που του κάνει. Ίσως γιατί εξαργύρωσε με λάθος τρόπο την υπομονή της.
Η υπομονή είναι βαθιά προσωπική υπόθεση. Είναι επιλογή. Είναι διδαχή, μάθημα ζωής. Πρέπει να περιλαμβάνει ενέργεια. Και αυτή η ενέργεια είναι συνήθως μια απλή εσωτερική αναζήτηση, μια εσωτερική πάλη, αν μπορεί αυτό να είναι απλό… Η υπομονή μου θυμίζει μαχαίρι.
Αν το πιάσεις σωστά από τη λαβή μπορεί να αποδειχτεί το πιο χρήσιμο εργαλείο και να σε σώσει. Αν πάλι το πιάσεις ανάποδα, από τη λάμα μπορεί να σε σκοτώσει. Όπως την πρωταγωνίστρια του βιβλίου.
Ο Jose Micard Teixeira βγαίνοντας από τα μαύρα φεγγάρια της υπομονής του, αποφάσισε, όντας πλέον σοφότερος, τι δεν θέλει να υπομένει πια. Οι πρώτιστες υπομονές του μάλλον θα είναι λυτρωτικές για το μέλλον του.
Έτσι πρέπει να είναι η υπομονή. Λύτρωση και θωράκιση για παρακάτω. Για την επόμενη.
Γιατί η υπομονή δεν τελειώνει ποτέ. Απλώς θα ξέρουμε να την παρέχουμε σε εκείνους τους ανθρώπους και σε εκείνες τις καταστάσεις που το αξίζουν. Έτσι θα αναδεικνύεται πάντα μέσα μας και η αξία της υπομονής μας και τελικά θα φωτίζεται η βαθιά προσωπική μας αξία.
Τα μαύρα φεγγάρια της υπομονής μας κάποτε θα φωτίσουν το πραγματικό μας πρόσωπο… Ας έχουμε κάνει το καλύτερο γι’ αυτό…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου