Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019

Θρηνώντας τον θάνατο ενός γονέα : Πώς επηρεάζει το σώμα και το νου...!!!!

Ο θάνατος ενός γονέα είναι μία από τις συναισθηματικές εντονότερες και οικουμενικές ανθρώπινες εμπειρίες. Αλλά το γεγονός ότι η απώλεια ενός γονέα συμβαίνει στους περισσότερους, δεν σημαίνει ότι είναι και κάτι εύκολα διαχειρίσιμο. Ο θάνατος ενός γονέα είναι τραυματικός, ναι, αλλά επίσης πληροφορεί και αλλάζει τα παιδιά βιολογικά και φυσιολογικά. Μπορεί ακόμα και να μας αρρωστήσει.

«Στο καλύτερο σενάριο, ο θάνατος ενός γονέα είναι κάτι που αναμένεται και υπάρχει χρόνος για τις οικογένειες να προετοιμαστούν, να χαιρετήσουν και να δείξουν ο ένας στον άλλο στήριξη», αναφέρει η ψυχίατρος Dr. Nikole Benders-Hadi. 

«Σε περιπτώσεις που ο θάνατος είναι απροσδόκητος, όπως με μια οξεία ασθένεια ή ένα δυστύχημα, τα ενήλικα παιδιά παραμένουν στις φάσεις της άρνησης και του θυμού για την απώλεια για μεγάλα χρονικά διαστήματα… (οδηγώντας) στη διάγνωση σοβαρών καταθλιπτικών επεισοδίων ή ακόμα και μετατραυματικού στρες, αν περιλαμβάνεται και τραύμα».

Υπάρχει ένας πραγματικά τεράστιος αριθμός ερευνών που υποδεικνύει το μέγεθος της απώλειας. Ο οπίσθιος φλοιός του προσαγωγίου, ο μετωπαιίος λοβός και η παρεγκεφαλίδα είναι όλες εγκεφαλικές περιοχές που ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια του πένθους. 

Αυτές οι περιοχές εμπλέκονται στην αποθήκευση αναμνήσεων και στην ανάκλησή τους, αλλά εμπλέκονται επίσης στη ρύθμιση του ύπνου και της όρεξης.

Βραχυπρόθεσμα, η νευρολογία μας επιβεβαιώνει ότι η απώλεια θα πυροδοτήσει σωματική δυσφορία. Μακροπρόθεσμα, το πένθος θέτει σε κίνδυνο όλο τον οργανισμό μας. 

Ορισμένες έρευνες έχουν βρει συνδέσεις ανάμεσα στο ανεπίλυτο πένθος και στην υπέρταση, στα εμφράγματα, στα αυτοάνοσα νοσήματα, και ακόμα και στον καρκίνο. 

Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί το πένθος έχει τη δύναμη να πυροδοτήσει τέτοιες σωματικά συμπτώματα, αλλά μία θεωρία είναι ότι μία μόνιμη ενεργοποίηση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος (απόκρισης μάχης – φυγής) μπορεί να προκαλέσει μακροπρόθεσμες γενετικές αλλαγές.

Αυτές οι αλλαγές είναι ιδανικές όταν μια αρκούδα μας κυνηγά στο δάσος και χρειαζόμαστε την εγρήγορση. Αλλά αυτό το είδος κυτταρικής απορρύθμισης είναι επίσης ο τρόπος που τα καρκινικά κύτταρα πραγματοποιούν τις μεταστάσεις.

Και αν και τα σωματικά συμπτώματα είναι σχετικά προβλεπόμενα, τα ψυχολογικά δεν είναι και τόσο. Το DSM των ψυχολόγων και ψυχιάτρων (το επίσημο δηλαδή επαγγελματικό εγχειρίδιο) αναφέρει ότι στους 12 μήνες μετά την απώλεια ενός γονέα, είναι υγιές οι ενήλικες να βιώνουν μια σειρά αντιφατικών συναισθημάτων, όπως θλίψη, θυμό, οργή, άγχος, μούδιασμα, αίσθηση κενού, ενοχή, μετάνοια. 

Είναι φυσιολογικό να απομακρυνόμαστε από φίλους και δραστηριότητες, όπως και το να παθιαζόμαστε με την εργασία, προσπαθώντας εκεί να βρούμε καταφύγιο.

Μα όπως πάντα, το πλαίσιο έχει σημασία. Ο αιφνίδιος, βίαιος θάνατος θέτει τους επιζώντες σε μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν μια διαταραχή πένθους, και ακόμα και όταν ένας ενήλικας έχει μια αμφιθυμική σχέση με τον γονέα, ο θάνατος είναι και πάλι επώδυνος – ακόμα κι αν το άτομο απωθεί και υποκρίνεται ότι δεν νιώθει την απώλεια.

Το φύλο επίσης, τόσο του γονέα όσο και του παιδιού, μπορεί να επηρεάσει ιδιαιτέρως το πλαίσιο και τη φύση της απόκρισης πένθους. 

Οι μελέτες υποδεικνύουν ότι οι κόρες έχουν πιο έντονες αποκρίσεις πένθους από τους γιους, αλλά οι άνδρες που χάνουν τους γονείς τους αργούν περισσότερο να προχωρήσουν. 

«Οι άνδρες τείνουν να δείχνουν λιγότερο τα συναισθήματά τους και έχουν περισσότερα ''κουτάκια''», αναφέρει η Carla Marie Manly, κλινική ψυχολόγος.

«Αυτοί οι παράγοντες πράγματι επηρεάζουν την ικανότητα να αποδεχτούμε και να επεξεργαστούμε το πένθος». 

Οι μελέτες επίσης δείχνουν ότι η απώλεια του πατέρα σχετίζεται περισσότερο με την απώλεια πίστης στον εαυτό – σκοπού, οράματος, αφοσίωσης και αυτογνωσίας.

Η απώλεια της μητέρας, από την άλλη πλευρά, ενεργοποιεί μια πιο ¨ωμή¨ απόκριση. «Πολλοί άνθρωποι αναφέρουν ότι νιώθουν εντονότερη την αίσθηση απώλειας όταν χάνουν τη μητέρα τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στη συχνά στενή φύση της σχέσης μητέρας – παιδιού». Ωστόσο, αυτό μπορεί να αλλάζει ανάλογα με την κάθε σχέση.




Μετάφραση – Επιμέλεια: Στεφανία Βαρούχου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου