Πώς να διαβάσετε τους ανθρώπους από την φωνή τους !
Οι άνθρωποι, οι οποίοι όπως εγώ έχουν σαν αντικείμενο δουλειάς να είναι σε συνεχή επαφή με άλλους ανθρώπους, όπως και οι σερβιτόροι, οι πωλητές αλλά και οι αστυνομικοί, αναπτύσσουν με φυσικό τρόπο δεξιότητες για να διαβάζουν τους ανθρώπους με μια ματιά ή μέσα από την φωνή τους.
Αποφάσισα λοιπόν να κάνω μια πιο βαθιά έρευνα για να αναπτύξω περισσότερο την δική μου ικανότητα, αλλά να βοηθήσω κι εσάς, δίνοντάς σας κάποιες ιδέες που, αν τις εφαρμόσετε, θα σας βοηθήσουν να αναπτύξετε τη νοοτροπία που απαιτείται για να σας γίνει δεύτερη φύση μια τέτοια ικανότητα.
Για μερικούς από εμάς, είναι επιτακτική ανάγκη να έχουμε μεγαλύτερη αντίληψη στις κοινωνικές μας σχέσεις, λόγω της φύσεως της δουλειάς μας, αλλά αυτό προϋποθέτει να είμαστε σε θέση να αποσπάσουμε τον εαυτό μας συναισθηματικά και να γίνουμε αντικειμενικοί θεατές από μακριά.
Επίσης, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να κοιτάξουμε πέρα από το επιφανειακό, αγνοώντας πράγματα όπως είναι π.χ. η φυσική εμφάνιση. Η μεθοδική συλλογή των πληροφοριών και η λεπτομερής ανάλυση, πηγαίνει χέρι-χέρι με την καθαρή σκέψη και την ουδετερότητα.
Όταν λοιπόν συναντάμε τους ανθρώπους, θα πρέπει, πέρα από την φωνή, να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή στις εκφράσεις του προσώπου και ιδιαίτερα στο στόμα.
Παρατηρούμε επίσης τις αλλαγές στις γραμμές του προσώπου τους, ιδιαίτερα στα φρύδια, το μέτωπο και τα χείλη, συντονίζοντας τον εαυτό μας στις λεπτές, σιωπηλές ενδείξεις που περιτυλίγουν τα λόγια τους. Επίσης, τον τρόπο που παρουσιάζονται τα λόγια τους, τις χειρονομίες και τον τόνο της φωνής τους.
Οι δύο βασικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν την δραστική επέμβαση και την παθητική μέθοδο.
Η «επεμβατική» μέθοδος περιλαμβάνει την πολύ επίμονη πρόκληση των ανθρώπων, έτσι ώστε να πάρουμε μια αντίδρασή τους. Σκεφτείτε ότι θέλουμε να μάθουμε κάτι, π.χ. ένα ψέμα. Ρωτάμε λοιπόν, αιφνιδιαστικά σε στιγμή που κάποιος δεν περιμένει, κατευθείαν αυτό που σκεπτόμαστε: «Εσύ έκλεψες το πορτοφόλι;» για να δούμε πως θα αντιδράσουν ή ρωτάμε πολλές ουσιαστικές ερωτήσεις με έναν εκλεπτυσμένο τρόπο.
Εδώ, θα υποσημειώσω ότι όποιος έχει δει την σειρά «Τhe Mentalist», θα καταλάβει πλήρως την οπτική γωνία αυτής της μεθόδου, καθώς ο πρωταγωνιστής συνήθως βρίσκει τον δολοφόνο από την όποια αντίδραση, στις κατά μέτωπο ερωτήσεις του. Ο τόνος της φωνής και οι κομπασμοί πολλές φορές μαρτυρούν την αλήθεια.
Από την άλλη, η «παθητική» μέθοδος για να διαβάσουμε τους ανθρώπους βασίζεται περισσότερο στην ευαισθητοποίηση και την εστίαση της προσοχής με μη παρεμβατικούς τρόπους. Η διαίσθηση, η παρατήρηση και η λογική είναι τα επαρκή εργαλεία για μια γρήγορη, αλλά ακριβή ανάλυση. Είναι η πιο καλλιτεχνική προσέγγιση που εκφράζει την ουσία ενός ατόμου με μια αναλαμπή.
Δηλ. κάποιος μας μιλά και τον ακούμε, ενώ ταυτόχρονα αντιλαμβανόμαστε τόσο την ψυχολογική κατάσταση του, όσο και τι ακριβώς κρύβεται κάτω από τα λόγια του. Αν ρωτήσουμε κάποιον που είναι σκυθρωπός τι έχει, σίγουρα θα μας πει «τίποτα», αν δεν θέλει να μας ενοχλήσει.
Αλλά, πολλές φορές, ο τρόπος που θα πει αυτό το "τίποτα" περικλείει την ανάγκη για έκκληση βοήθειας, για συμπόνια ή απλά ότι θέλει να τον αφήσουμε στον κόσμο του. Μένει σε εμάς να βρούμε τι απ' όλα είναι το πιο πιθανό.
Ο τόνος της φωνής ενός άτομου μπορεί μας στείλει «κρυφά μηνύματα» που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στο να καθορίσουμε τι πραγματικά λέει. Οι άνθρωποι που είναι γλυκομίλητοι παραδείγματος χάρη, μπορεί να πάσχουν από έλλειψη αυτοπεποίθησης, αλλά αυτό δεν είναι απαραιτήτως και το σωστό.
Μια γλυκομίλητη φωνή, μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές σημασίες σε αντίθεση με μια δυνατή απαιτητική φωνή που υποδηλώνει την ανάγκη να ελέγχει το περιβάλλον. Μια απαλή φωνή θα μπορούσε απλά να σημαίνει ότι ένα άτομο έχει εξαντληθεί, έχει κατάθλιψη ή είναι απαθές. Αλλά θα μπορούσε επίσης να δηλώνει ένα πρόσωπο που έχει μια ήρεμη συμπεριφορά ή αυτοπεποίθηση.
Για μένα πάντως η γλυκομίλητη φωνή, είναι το κυριότερο όπλο, όταν πρέπει να κάνω του άλλους να ακούνε περισσότερο και να μιλάνε λιγότερο.
Πάντως, είναι σημαντικό να ληφθούν πολλά υπόψη, όταν πρόκειται να «αναγνώσουμε» ανθρώπους. Όταν με τον καιρό αρχίσουμε να παρατηρούμε πιο προσεκτικά και είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε ορισμένα συμπεριφορικά μοντέλα, μπορούμε να βελτιώσουμε τις υποθέσεις μας, είτε μέσω των άμεσων ερωτήσεων είτε με τη χρήση της παθητικής προσέγγισης.
Μόνο τότε θα είμαστε σε θέση να καταλήξουμε σε ένα τελικό συμπέρασμα για ένα πρόσωπο. Πέρα από την διασκέδαση και μαζί με την εστίαση και την υπομονή, η διαρκής πρακτική θα δώσει τα σωστά αποτελέσματα.
Ας δούμε λοιπόν ποιά είναι τα τρία χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φωνής που θα πρέπει να δώσουμε προσοχή.
Η ΕΝΤΑΣΗ
Συνήθως μία δυνατή φωνή χρησιμοποιείται για να ελέγξει το περιβάλλον και όσους βρίσκονται μέσα σε αυτό. Οι περισσότεροι άνθρωποι συμπεραίνουν, ότι εκείνοι που έχουν δυνατή, βροντερή φωνή δείχνουν αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Μπορεί να είναι έτσι, αλλά καλό είναι να γνωρίζουμε ότι μερικοί άνθρωποι φωνάζουν επειδή φοβούνται ότι κανείς δεν θα τους ακούσει αν μιλήσουν πιο χαμηλόφωνα.
Επίσης υπάρχουν πάμπολλοι σκληροί φωνακλάδες, που χρησιμοποιούν την ένταση της φωνής τους για να πτοήσουν και να εκφοβίσουν τους αδύναμους και αφελείς ή να κατευθύνουν τους ανασφαλείς ή τεμπέληδες, που είναι πρόθυμοι ν' αφήσουν κάποιον άλλο να σκεφτεί για λογαριασμό τους.
Το να φωνάζει κάποιος δυνατά θα μπορούσε ακόμη να σημαίνει ότι το χρησιμοποιεί για αντιστάθμισμα σε κάποιο ελάττωμα του, όπως το μικρό ανάστημα ή κάποια σωματική αναπηρία.
Γενικά, όμως, να θυμάστε ότι άνθρωποι με δυνατή, επιβλητική φωνή, που την χρησιμοποιούν με ευγένεια και όπου αρμόζει, έχουν αυτοπεποίθηση. Όσοι κάνουν κακή χρήση της δυνατής φωνής τους, εκφοβίζοντας τους άλλους, είναι συχνά ανασφαλείς οι ίδιοι.
Από την άλλη, μια απαλή φωνή μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξίσου για να χειραγωγήσει τους άλλους. Μην ξεγελιέστε αν νομίζετε ότι κάποιος δεν έχει αυτοπεποίθηση, επειδή δε νιώθει την ανάγκη να επιβληθεί στην συζήτηση. Μπορεί, όμως να αποτελεί και δείγμα έπαρσης: «Αν θέλεις να μάθεις τι έχω να πω, θα πρέπει να ακούσεις πιο προσεκτικά».
Η ΧΡΟΙΑ ΤΗΣ ΦΩΝΗΣ
Οι άνθρωποι που είναι "κρύοι" συνήθως έχουν ψυχρές φωνές. Αντιθέτως, τα χαρούμενα άτομα έχουν μια φωνή που ακούγεται ζωηρή. Μια άτονη φωνή πάλι μπορεί να αποκαλύπτει ανία, θυμό, δυσαρέσκεια, απογοήτευση, κατάθλιψη ή ασθένεια.
Αν αναφέρουμε σε κάποιον ένα σημαντικό χαρούμενο συμβάν και πάρουμε μια απρόσμενα ψυχρή απάντηση –εξαιρώντας το γεγονός να είναι αφηρημένος, βαριεστημένος ή λυπημένος– η επίπεδη φωνή του μπορεί να αποτελεί μια προσπάθεια να κρύψει πιο έντονα συναισθήματα, όπως ζήλια ή δυσαρέσκεια.
Επιπρόσθετα, πολλοί άνθρωποι υιοθετούν σνομπ τόνο και εξεζητημένους τρόπους συμπεριφοράς, για να προβάλουν μια εικόνα επιτυχίας, ευφυΐας, πλούτου ή ηθικής ανωτερότητας. Αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να μην αποτελούν και την πραγματική φύση τους. Αντίθετα, ο φαινομενικά φαντασμένος άνθρωπος μπορεί να είναι απλώς ανασφαλής και να αναζητά επιδοκιμασία και αναγνώριση.
Μερικοί πάλι έχουν το συνήθες να κλαψουρίζουν, ίσως και με διακριτικό τρόπο. Όμως, είτε είναι ανεπαίσθητο, είτε εμφανές, το κλαψούρισμα είναι μία τεχνική που χρησιμοποιείται για να μανουβράρει κανείς τους άλλους χωρίς να τους πιέζει. Συχνά, μ' αυτό τον τρόπο, προσπαθεί κανείς να πάρει αυτό που θέλει, χωρίς να το ζητήσει ανοιχτά.
Η ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ
Οι άνθρωποι που μιλούν γρήγορα συνήθως είναι αυτοί που είναι μονίμως «κουρδισμένοι» και σε υπερδιέγερση. Ανεξάρτητα από την αιτία, είναι διαπιστωμένο, ότι όσοι μιλάνε μονίμως γρήγορα βιάζονται να εκτιμήσουν και να κρίνουν μία κατάσταση, αλλά και να εκφραστούν. Επομένως, πολλές φορές δεν είναι προσεκτικοί, αλλά παρορμητικοί και επικριτικοί.
Πολλοί άνθρωποι που μιλούν γρήγορα, προσπαθούν να αντισταθμίσουν το αίσθημα ανασφάλειας που τους διακατέχει. Αυτά τα άτομα παρουσιάζουν ενδείξεις χαμηλής αυτοεκτίμησης, όπως νευρική προσωπικότητα και αγωνιώδεις προσπάθειες να τραβήξουν την προσοχή.
Από την άλλη, οι άνθρωποι προσπαθούν να μιλήσουν γρήγορα, όταν ξαφνικά, εκεί που φλυαρούν με την συνηθισμένη τους ταχύτητα, συνειδητοποιήσουν ότι έπεσαν σε κάποια αντίφαση. Όσο περισσότερο ψεύδονται, τόσο πιο γρήγορα βγαίνουν οι λέξεις από τα χείλη τους. Άλλα κόλπα
Από την άλλη πλευρά, αυτοί που μιλούν αργά ανήκουν συνήθως σε μια από τις εξής δύο κατηγορίες: εκείνους που ακούγονται και φαίνονται άνετοι και ήρεμοι και εκείνους που η αργή ομιλία τους συνδυάζεται με άλλες εξωτερικές και φωνητικές ενδείξεις που φανερώνουν ανησυχία.
Μερικοί άνθρωποι που μιλούν μονίμως αργά, έχουν κάποια σωματική ή πνευματική αναπηρία. Στην τελευταία περίπτωση, η αργή ομιλία συνοδεύεται με ανικανότητα έκφρασης των ιδεών τους.
Επίσης, μπορεί να μιλούν αργά όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με τη γλώσσα, όπως και όσοι νιώθουν άσχημα για το μορφωτικό τους επίπεδο. Ακόμα, η ταχύτητα της ομιλίας διαφέρει ανάλογα με την περιοχή της χώρας.
Οι δάσκαλοι, οι κληρικοί και όσοι μιλούν συχνά σε μεγάλες ομάδες ανθρώπων, μερικές φορές υιοθετούν αργή ομιλία για να εξασφαλίσουν ότι το κοινό τους παρακολουθεί, και μεταφέρουν αυτή τη συνήθεια στις καθημερινές τους συζητήσεις. Μερικές φορές, κάποιος που μιλά αργά εκφράζει συγκατάβαση, αλλά σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιεί εμφανώς σαρκαστικό τόνο.
"Διαβάζοντας τους ανθρώπους" Ph.D. Jo-Ellan Dimitrius
Ρένια Κολιοπάνου