Σε κάποια περιοχή της Νότιας Αμερικής, ακολουθούν ένα τελετουργικό, για κάθε γυναίκα βρίσκεται σε πένθος γιατί χάνει το σύζυγό της.
Τις πρώτες μέρες, οι γυναίκες του χωριού «την υιοθετούν» πράγμα που σημαίνει ότι αναλαμβάνουν όλα τα πρακτικά, που η ίδια δεν μπορεί να διεκπεραιώσει.
Από το να μαγειρέψουν και να πάρουν τα παιδιά από το σχολείο, μέχρι να καθαρίσουν το σπίτι και να περιποιηθούν τον κήπο.
Το βράδυ μαζεύονται σε βεγγέρα και φέρνουν μαζί τους νήματα, σε ότι υφή και χρώμα θέλουν. Η χήρα μπορεί αν θέλει, να φέρει και κείνη τα δικά της, αλλά μπορεί και όχι.
Σε κάθε περίπτωση εκείνη έχει το ρόλο του ενορχηστρωτή.
Δεν χρειάζεται καν να μιλάει.
Αλλά διαλέγει χρώματα και νήματα και κάνει την αναδιανομή τους στις γυναίκες.
Μετά, εκείνες φτιάχνουν ένα κύκλο και κείνη κάθεται στη μέση.
Δίνει το σύνθημα πότε θα αρχίσουν το πλέξιμο. Η κάθε μια πλέκει ένα χωριστό κομμάτι που στο τέλος θα ενωθούν σε ένα ενιαίο δημιούργημα.
Ανάλογα με το χρόνο που θα πάρει η διαδικασία, μπορεί τελικά να φτιάξουν ένα καρπέτο (κάτι σαν τη δική μας κουρελού), κουβέρτα, πάπλωμα.
Η χήρα είναι αυτή που αποφασίζει πόσο θα κρατήσει και τί μορφή θα πάρει το πλεκτό.
Αν κάποιος βλέπει από μακριά, μοιάζει το πλεκτό να δημιουργεί έναν ιστό υποστήριξης γύρω από τη γυναίκα που πενθεί.
Κι έτσι είναι. Στη διάρκεια που πλέκουν, εξωτερικεύουν την θλίψη τους σε ένα δημιούργημα, με πρακτικό όφελος.
Μέσα από τα χέρια, μέσα από τις βελόνες, μέσα από τα χρώματα, μέσα από τα τραγούδια, τα παραμύθια και τις αφηγήσεις, «ενσωματώνουν το θρήνο στο σύμβολο-πλεκτό, κι επιτρέπουν στο πένθος τους να ρέει.
Είναι πεπεισμένες ότι έτσι το πένθος κυλάει. Και συν-παραστέκονται στη χήρα, χωρίς να τη βαραίνουν, ΧΩΡΙΣ να την ΚΑΝΟΝΑΡΧΟΥΝ.
Μόνο όποτε εκείνη το αποφασίσει, σταματούν, στρώνουν κάτω το πλεκτό και από κει και πέρα στα νυχτέρια τους κάθονται και μιλάνε για τον νεκρό, τιμώντας τη ζωή του.
Σ’ αυτό το τελετουργικό ενσωματώνονται πολλά που αργότερα, επιστημονικές πηγές για τη διαχείριση του πένθους θα επιβεβαίωναν.
Ένας άνθρωπος που πενθεί δεν χρειάζεται συνήθως – μια και δεν υπάρχουν απόλυτοι κανόνες για τον ανθρώπινο πόνο – να μιλάει, αλλά χρειάζεται τη παρουσία ανθρώπων γύρω του «να τον ζεσταίνουν» και να του δίνουν την βεβαιότητα ότι μέσα στο κόσμο (του) που έχει γκρεμιστεί, κάποιοι άνθρωποι παραμένουν σταθερά εκεί.
Αυτός που πενθεί, πολλές φορές δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις πρακτικές του υποχρεώσεις. Η συμπαράσταση, λοιπόν, ανθρώπων που βρίσκονται κοντά του και που «αναλαμβάνουν» για πάρτη του να κάνουν όσα εκείνος δεν είναι σε θέση, είναι καταλυτική.
Ξέρουμε, πια, και μέσα από μαγνητικές τομογραφίες πως η μνήμη του πένθους εδράζει στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου.
Εκεί δηλαδή που εδράζει κι η διαισθητικότητα, ο οραματισμός και η δημιουργικότητά μας.
Ο άνθρωπος που πενθεί, όπως είπαμε συνήθως, στα πρώτα στάδια δε θέλει να μιλάει.
Η δημιουργικότητα, όμως, η τέχνη είναι ένας καλός τρόπος να ανοίξει το κανάλι της ψυχής του και να κυλήσει ο πόνος.
Το ίδιο και τα δάκρυα.
Η έκφραση αυτή συνδυασμένη με τα διαλείμματα σιωπής αλλά και με την αίσθηση της παρουσίας της Κοινότητας, είναι αυτό που οι κυράδες ήξεραν ότι βοηθάει. Και βοηθάει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου