Τα συναισθήματα μας αποκτούν αξία, μονάχα όταν έχουμε δικά μας ακέραια αισθήματα και σκέψεις.
Η καταπίεση των αυθόρμητων συναισθημάτων και κατά συνέπεια της ατομικότητας, έχει αφετηρία από από τα πρώτα στάδια της ζωής ενός παιδιού.
Ο τρόπος με τον οποίο είναι διαμορφωμένο το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και ο τρόπος που οι ενήλικες έχουν μάθει να αντιμετωπίζουν τα παιδιά, συχνά οδηγεί στην εξάλειψη του αυθορμητισμού τους.
Μέσα από τις μικρόκοινωνίες των οικογενειών, αλλά και των σχολείων, έχουν αντικατασταθεί οι πρωταρχικές σκέψεις, τα καθαρά αισθήματα, οι αυθόρμητες ενέργειες και οι γνήσιες επιθυμίες των παιδιών, με δράσεις που έχουν επιβληθεί από την κοινωνία ή το σύστημα.
Οι τιμωρίες, οι απειλές, η δωροδοκία, οι κατευθυνόμενες εξηγήσεις είναι μοτίβα στα οποία υποβάλουμε τα παιδιά και τους προκαλούν σύγχυση, κάνοντας τα να εγκαταλείπουν τα αρχικά τους πηγαία αισθήματα και σκέψεις.
Ως αποτέλεσμα τα παιδιά να παραιτούνται σταδιακά από την ειλικρινή έκφραση των συναισθημάτων τους και ενδεχομένως κι από το ίδιο το συναίσθημα. Κάτι το οποίο μπορεί να εξελιχθεί καταστροφικό για το μέλλον τους.
Με αυτόν τον τρόπο επίσης διδάσκονται να απωθούν την επίγνωση που έχουν σχετικά με την εχθρότητα και την ανειλικρίνεια των άλλων.
Τα παιδιά έχουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται τέτοιου είδους αρνητικές ιδιότητες και να μην ξεγελιούνται τόσο εύκολα από τα λόγια, όπως συμβαίνει διόλου τυχαία, πιο εύκολα με τους ενήλικες.
Κάποιες φορές επιμένουν να αντιπαθούν κάποιον χωρίς φανερό λόγο, όταν νιώθουν να υποβόσκει προσποίηση σε κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Αυτή η αντίδραση όμως τακτικά αποθαρρύνεται από τους μεγαλύτερους, με σκοπό να τα ωθήσει να προσαρμοστούν στα κοινωνικά στερεότυπα.
Παροτρύνονται να συμπαθούν ανθρώπους, να είναι φιλικοί μαζί τους, να χαμογελούν, να είναι διαχυτικά ακόμα κι αν δεν αισθάνονται άνετα ή δεν αποτελεί επιθυμία τους να φερθούν καθ´ αυτούς τους τρόπους.
Έτσι το παιδί σαν αγγίξει την ωριμότητα και γίνει ενήλικας συχνά καταλήγει να χάνει την διάκριση ανάμεσα σε ένα καλοπροαίρετο άτομο και σε ένα εχθρικό.
Μέχρι που κάποια μέρα παύει να μπορεί να διακρίνει και την διαφορά ανάμεσα στο σωστό και το λάθος.
Από νωρίς τα παιδιά διδάσκονται να έχουν συναισθήματα που δεν είναι καθαρά δικά τους. Η κοινωνική αυτή πίεση θα αποτελέσει καθοριστική βάση στην εξέλιξη της προσωπικότητας τους.
Ωθώντας τα μεγαλώνοντας ολοένα και πιο μακριά από τους εαυτούς τους, από την αλήθεια τους, την βασική αυτή πηγή ευημερίας.
Το παιδί σαν γίνει ενήλικας, έχει συχνά την επίγνωση ότι πράττει μια στημένη χειρονομία, ή βιώνει υποσυνείδητα κατευθυνόμενα συναισθήματα, αλλά δυστυχώς τις περισσότερες φορές χάνει την αντίληψη αυτή, ακόμα και την επίγνωση του εαυτού του.
Όταν κάποιος έχει γαλουχηθεί με κομφορμιστικές συμπεριφορές, αδυνατεί να διακρίνει καθαρά την διαφορά ανάμεσα στο ψεύτικο και στο αληθινό συναίσθημα.
Το πρόβλημα που προκύπτει είναι βαθύτερο, καθώς δεν είναι μόνο η ατομική αλήθεια η οποία σκοτώνεται με την υποκρισία, αλλά ένα φάσμα αυθόρμητων αισθημάτων τα οποία καταπιέζονται και αντικαθιστούνται από ψεύτικα συναισθήματα. Με αποτέλεσμα να ζουν μια ζωή φτιαχτή που δεν τους εκφράζει.
Εκείνος που ως ενήλικας πλέον δεν θυσιάζει τις ανθρώπινες και τις ατομικές του αξίες προκειμένου να γίνει κοινωνικά αποδεκτός, καταλήγει να είναι πιο κοντά στον εαυτό του, πιο υγιής ψυχικά, πιο ισορροπημένος στην καθημερινότητα του και κατά συνέπεια πιο ευτυχισμένος.
Ο άνθρωπος χρειάζεται την αλήθεια.
Για να μπορέσει να ζήσει ελεύθερος, στο φως, δίχως ανασφάλειες και φόβο…
Βιβλιογραφική αναφορά: Erich Fromm., Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία., 1941.
Μαρία Πολυμήλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου