Τα φτερά μου δεν τα έχει δει κανείς.
Και πως να τα δει, τα κρύβω και την κατάλληλη στιγμή θα τα βγάλω να πετάξω.
Ν’ αγγίξω τα όνειρα μου θέλω.
Κι ας μην με πιστεύει κανείς, γιατί έχω τα πόδια μου καρφωμένα στο έδαφος.
Κάποτε πετούσα μακριά με το κόκκινο φόρεμά μου, εκείνο το αγαπημένο που με έκανε να μοιάζω όμορφη.
Πέρασε καιρός για να το καταλάβω και να μην ταπεινώνω τον εαυτό μου.
Πέρασε καιρός για να καταλάβω ότι έπρεπε να γιατρέψω τα φτερά μου και να πετάξω ψηλά.
Να μην σέρνομαι έπρεπε, να μην μεμψιμοιρώ, να κοιτάζω με περηφάνια την ψυχή μου.
Αυτήν μου απέμεινε κι ήταν αυτήν που ήξερε πάντα να πετάει καμαρωτά, όσο βάρος κι αν κουβαλούσε.
Γιατί η ψυχή είναι ατελείωτη και μπορεί να ξαναρχίζει κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό.
Γιατί είχα μια φλογερή επιθυμία να κατακτήσω τα πάντα.
Το μόνο που κατάφερα ήταν να πληγώσω τον εαυτό μου.
Εγώ τα ξερίζωσα τα φτερά μου, εγώ θα τα ράψω.
Με την ψυχή που κουβαλάω.
Γιατί τίποτα δεν έχει να φοβηθεί μια παθιασμένη ψυχή.
Γιατί κάποτε κάρφωσα βαθιά τον ήλιο μέσα μου.
Γιατί κάποτε κάποιοι μου τα έκοψαν και μετά με κατηγόρησαν ότι δεν μπορώ να πετάξω.
Γι' αυτό με πείσμα κρατιέμαι απ’ τις φτερούγες μου και ονειρεύομαι την μέρα που θα φύγω.
Κι ας μου έχετε καρφώσει τα πόδια στην γη.
Γιατί η ευτυχία έχει μεγάλα φτερά και δεν κλείνεται στο κλουβί της ανασφάλειας, της μιζέριας.
Η ψυχή είναι που μετράει κι αυτήν την ρουφιάνα την παίδεψα πολύ κι έκανα υπομονή για να μάθω να φεύγω ψηλά.
Ηρώ Αναστασίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου