Οι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι, εσείς και εγώ είμαστε υπεύθυνοι για την κατάσταση της κοινωνίας στην οποία ζούμε.
Εσείς είστε υπεύθυνοι, όχι οι πολιτικοί σας, γιατί εσείς κάνατε τους πολιτικούς να είναι ανέντιμοι, να αυτοδοξάζονται, να επιζητούν τη δύναμη και το γόητρο, πράγματα δηλαδή που κάνετε καθημερινά. Εσείς είσαστε υπεύθυνοι για ό,τι είναι η κοινωνία, γιατί η ψυχολογική δομή της κοινωνίας είναι πολύ πιο σημαντική από την οργανωτική πλευρά της.
Η ψυχολογική δομή της κοινωνίας βασίζεται στην απληστία, στο φθόνο, στην πλεονεξία, στον ανταγωνισμό, στη φιλοδοξία, στο φόβο· σε αυτή την ασταμάτητη απαίτηση του ανθρώπου να θέλει να είναι ασφαλής στις κάθε είδους σχέσεις του: ασφαλής στην ιδιοκτησία, ασφαλής στη σχέση του με τους ανθρώπους, ασφαλής στη σχέση του με τις ιδέες.
Αυτή είναι η δομή της κοινωνίας που δημιουργούμε κι έπειτα έρχεται η κοινωνία και επιβάλλει αυτή τη δομή ψυχολογικά στον καθένα μας. Και η απληστία, ο φθόνος, η φιλοδοξία, ο ανταγωνισμός, όλα αυτά είναι σπατάλη ενέργειας, γιατί σε αυτά υπάρχει πάντα σύγκρουση – σύγκρουση που είναι αδιάκοπη, όπως σε ένα άτομο που ζηλεύει.
Η ζήλεια είναι μία ιδέα, αλλά η ιδέα και το γεγονός είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Ακούστε, σας παρακαλώ. Προσεγγίζετε το συναίσθημα που ονομάζεται «ζήλια» μέσα από το πρίσμα της ιδέας. Δεν έρχεστε άμεσα σε επαφή με το συναίσθημα που ονομάζετε ζήλια.
Αλλά προσεγγίζετε τη ζήλια μέσα από την ανάμνηση που κουβαλάει μια ορισμένη λέξη που έχετε εδραιώσει στο
νου σας ως ζήλια. Αυτή γίνεται μία ιδέα, και εκείνη η ιδέα σάς εμποδίζει να έρθετε άμεσα σε επαφή με το
συναίσθημα που ονομάζετε ζήλια. Και αυτό είναι ένα γεγονός.
Οπότε η φόρμουλα, η ιδέα σάς εμποδίζει να έρθετε άμεσα σε επαφή με εκείνο το συναίσθημα, κι έτσι η ιδέα σκορπάει την
ενέργεια.
Αφού εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τη δυστυχία, για τη φτώχεια, για τους πολέμους, για την παντελή έλλειψη ειρήνης, ένας θρησκευόμενος άνθρωπος δεν αναζητά τον Θεό για να σταματήσουν όλα αυτά.
Ο θρησκευόμενος άνθρωπος νοιάζεται για την μεταμόρφωση της κοινωνίας που είναι αυτός ο ίδιος. Θρησκευόμενος άνθρωπος δεν είναι ο άνθρωπος που κάνει αμέτρητες τελετουργίες, ακολουθεί παραδόσεις, ζει με μια νεκρή, παρωχημένη κουλτούρα, ερμηνεύοντας αδιάκοπα τα αποκαλούμενα «ιερά βιβλία» όπως την Μπαγκαβάτ Γκιτά ή τη Βίβλο, ψάλλοντας αδιάκοπα ή παίρνοντας όρκους.
Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι θρησκευόμενος. ένας τέτοιος άνθρωπος απλώς κάνει φυγή απ’ όλα εκείνα που είναι γεγονός.
Ο άνθρωπος που είναι θρησκευόμενος – όχι θρήσκος – ασχολείται συνολικά και πλήρως με την κατανόηση της κοινωνίας που είναι ο ίδιος.
Δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την κοινωνία και το να φέρει μέσα του μία ολοκληρωτική, μία συνολική μεταμόρφωση, σημαίνει το ολοκληρωτικό σταμάτημα της απληστίας, του φθόνου, της φιλοδοξίας. και επομένως δεν εξαρτάται από τις περιστάσεις, παρόλο που υπήρξε το αποτέλεσμα των περιστάσεων, όπως του φαγητού που τρώει, των βιβλίων που διαβάζει, των κινηματογραφικών ταινιών που βλέπει, των θρησκευτικών δογμάτων, των πίστεων, των τελετουργιών και όλων αυτών των πραγμάτων.
Ο ίδιος είναι υπεύθυνος. και επομένως ο θρησκευόμενος άνθρωπος πρέπει να κατανοήσει τον εαυτό του που είναι προϊόν της κοινωνίας που ο ίδιος δημιούργησε.
Οπότε, για να βρει την Πραγματικότητα πρέπει να αρχίσει από μέσα του, όχι από έναν ναό, όχι από κάποια εικόνα – είτε η εικόνα είναι χαραγμένη από το χέρι ή από το νου. Αλλιώς πώς μπορεί να βρει κάτι εντελώς καινούργιο, μια νέα κατάσταση;
Η ειρήνη δεν είναι απλώς η επέκταση του νόμου ή της διακυβέρνησης. Η ειρήνη είναι κάτι τελείως διαφορετικό. είναι μια εσωτερική κατάσταση που δεν μπορεί να έρθει με την μεταβολή των εξωτερικών συνθηκών, παρόλο που η αλλαγή των εξωτερικών συνθηκών είναι απαραίτητη.
Πρέπει, όμως, να αρχίσει μέσα από τον άνθρωπο για να φέρει έναν διαφορετικό κόσμο. Και για να φέρετε έναν διαφορετικό κόσμο χρειάζεστε τρομερή ενέργεια, και αυτή η ενέργεια τώρα σπαταλιέται στην αδιάκοπη σύγκρουση. Επομένως, πρέπει να κατανοήσει κανείς αυτή τη σύγκρουση.
Η πρωταρχική αιτία της σύγκρουσης είναι η φυγή – η φυγή μέσα από κάποια ιδέα. Παρατηρήστε, σας παρακαλώ, τον εαυτό σας: Αντί να αντιμετωπίσετε – ας πούμε – το φθόνο, τη ζήλια, αντί να έρθετε άμεσα σε επαφή με αυτήν, εσείς λέτε, «πώς θα την ξεπεράσω, τι θα κάνω;
Ποιοι είναι οι τρόποι με τους οποίους θα μπορώ να μη ζηλεύω»; Όλα αυτά είναι ιδέες και επομένως μια φυγή από το γεγονός ότι ζηλεύετε. Η φυγή από το γεγονός μέσα από κάποιες ιδέες όχι μόνο σπαταλάει την ενέργειά σας, αλλά σας εμποδίζει να έρθετε άμεσα σε επαφή με το γεγονός.
Πρέπει να δώσετε όλη σας την προσοχή σ’ αυτό κι όχι μέσω κάποιας ιδέας. Η ιδέα, όπως επισημάναμε, εμποδίζει την προσοχή.
Οπότε, όταν παρατηρήσετε ή αποκτήσετε επίγνωση για το συναίσθημα της ζήλιας, και του δώσετε πλήρη προσοχή χωρίς ιδέες, τότε θα δείτε ότι όχι μόνο είστε άμεσα σε επαφή με εκείνο το συναίσθημα, αλλά επειδή έχετε δώσει όλη σας την προσοχή, όχι μέσα από ιδέες, αυτό παύει να υπάρχει. Τότε, έχετε περισσότερη ενέργεια για να αντιμετωπίσετε το επόμενο περιστατικό, ή το επόμενο αίσθημα, το επόμενο συναίσθημα.
Για να φέρεις μια πλήρη
αλλαγή μέσα σου, πρέπει να έχεις ενέργεια – όχι την ενέργεια που φέρνει η καταπίεση, αλλά εκείνη την ενέργεια που έρχεται σε σένα όταν δεν κάνεις καμιά φυγή μέσα από ιδέες ή καταπίεση.
Πράγματι, αν το σκεφτείτε, μόνο δύο τρόπους ξέρουμε για να αντιμετωπίζουμε τη ζωή: είτε κάνουμε γενικώς φυγές από αυτή – πράγμα που είναι μια μορφή παραφροσύνης που οδηγεί στη νεύρωση – ή καταπιέζουμε τα πάντα επειδή δεν τα κατανοούμε. Αυτό μόνο ξέρουμε.
Τώρα: Καταπίεση δεν είναι μόνο το να θάβεις κάθε συναίσθημα ή κάθε αίσθηση, αλλά είναι επίσης και το να δίνεις με κάποιο τρόπο, λογική εξήγηση, να εκλογικεύεις. Παρατηρήστε το, σας παρακαλώ, οι ίδιοι και θα δείτε πόσο πραγματικό είναι αυτό που ειπώθηκε.
Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να μην κάνετε καμιά φυγή. Και το να μην κάνετε ποτέ καμιά φυγή, είναι ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που πρέπει να ανακαλύψετε. Και είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα αυτή η ανακάλυψη, γιατί κάνουμε φυγές με τις λέξεις.
Κάνουμε φυγή από κάτι που είναι γεγονός, όχι μόνο με το να τρέχουμε σε ναούς και όλα τα υπόλοιπα αυτής της ιστορίας, αλλά και με τις λέξεις, με διανοουμενίστικες συζητήσεις, απόψεις και κριτικές. Έχουμε πάρα πολλούς τρόπους φυγής από εκείνο που είναι γεγονός.
Για παράδειγμα, πάρτε το γεγονός ότι κάποιος είναι κουτός. Αν κάποιος είναι κουτός, αυτό είναι ένα γεγονός. Και όταν συνειδητοποιείς ότι είσαι κουτός, η φυγή είναι να προσπαθείς να γίνεις έξυπνος. Αλλά για να συνειδητοποιήσεις κάτι, για να αποκτήσεις αυτή την ευαισθησία, απαιτείται όλη σου η προσοχή να εστιαστεί σε εκείνη την κατάσταση του νου που είναι κουτός.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ενέργεια, που να μην είναι το αποτέλεσμα καμιάς αντίθεσης, καμιάς έντασης, αλλά εκείνη που γεννιέται όταν δεν υπάρχει καμία απολύτως προσπάθεια.
Σας παρακαλώ, κατανοήστε αυτό το πολύ απλό, πραγματικό γεγονός: σπαταλάμε την ενέργειά μας με την προσπάθεια, και αυτή η σπατάλη ενέργειας από την προσπάθειας μας εμποδίζει να έρθουμε άμεσα σε επαφή με εκείνο που είναι γεγονός. Όταν κάνω τεράστια προσπάθεια για να σας ακούσω, όλη μου η ενέργεια χάνεται στην προσπάθεια και στην πραγματικότητα δεν ακούω.
Όταν είμαι θυμωμένος ή ανυπόμονος, όλη μου η ενέργεια χάνεται στην προσπάθεια να πω, «Δεν πρέπει να είμαι θυμωμένος». Αλλά όταν προσέχω απολύτως το θυμό ή εκείνη την κατάσταση του νου και δεν κάνω καμιά φυγή μέσα από τις λέξεις, με την επίκριση, με την κριτική, τότε σε αυτή την κατάσταση προσοχής υπάρχει μια ελευθερία από εκείνο το πράγμα που ονομάζεται θυμός.
Έτσι, εκείνη η προσοχή που είναι συσσώρευση της ενέργειας, δεν είναι προσπάθεια. Και μόνο ο νους που δεν καταβάλλει προσπάθεια είναι ένας θρησκευόμενος νους. Κι επομένως, μόνο ένας τέτοιος νους μπορεί να ανακαλύψει αν υπάρχει ή αν δεν υπάρχει Θεός.
«Μιλώντας για το Θεό» μετάφραση Ν.Πιλάβιος, εκδ. Καστανιώτη