- O Θεός συγχωρεί άνευ όρων όλες τις αμαρτίες. Η άρνηση της συγχώρησης είναι η μόνη θανάσιμη αμαρτία.
- O Θεός είναι Αγάπη από την ίδια του τη φύση. Ο Θεός δεν κρίνει κανένα αλλά αγαπά πάντοτε όλους και όλα. Όπως ο ήλιος φωτίζει τον κόσμο επειδή είναι φως έτσι και ο Θεός αγαπά όλο τον κόσμο επειδή είναι Αγάπη.
Είναι αδύνατο ο άνθρωπος να εμποδίσει την διάχυση της Αγάπης του Θεού όπως είναι αδύνατο να εμποδίσει τη λάμψη του ηλιακού φωτός. Είναι δυνατόν να κρυφτεί σε μια σκοτεινή περιοχή ή να δημιουργήσει σκιά.
Με ανάλογο τρόπο μπορεί να κρυφτεί από την Αγάπη του Θεού κάτω από την σκιά της αμαρτίας. Η Αγάπη του Θεού βέβαια επιμένει με μανική αγάπη να τον φωτίσει όπως και το το φως του ήλιου πέφτει αδιάκριτα σε όλα τα αντικείμενα. Ο άνθρωπος με την αμαρτία κρύβεται από την Αγάπη του Θεού. Η Αγάπη του Θεού επιμένει να κατακτήσει τον άνθρωπο.
Πολλοί χριστιανοί αντιλαμβάνονται τον Θεό ως δίκαιο και αυστηρό κριτή. Η αντίληψη σχετικά με την αυστηρότητα του Θεού είναι συχνά ανάλογη με την αυστηρότητα των γονικών προτύπων. Όσο πιο αυστηροί ήταν οι γονείς κατά τη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας τόσο πιο αυστηρό θεωρούν τον Θεό.
Γι αυτό και καμιά φορά το «πάτερ ημών» εκλαμβάνεται ως «κριτά ημών» ή «δικαστά ημών» ή «αστυνόμε ημών». Είναι δύσκολο να βιώσει κανείς τον Θεό ως άνευ όρων Αγάπη όταν έχει μεγαλώσει σε αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον. Ευτυχώς η δυσκολία αυτή ξεπερνιέται μέσα από την χαροποιό εμπειρία της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Η Χάρη του Θεού διδάσκει βιωματικά ότι ο Θεός είναι μόνο Αγάπη. Η βίωση της χαρμόσυνης και γλυκιάς Αγάπης του Θεού ησυχάζει, αναπαύει, θεραπεύει, δικαιώνει, ανακαινίζει, τελειοποιεί, αφθαρτίζει και θεοποιεί τον άνθρωπο.
Η Αγάπη του Θεού δεν αναιρεί το νόημα και τη σημασία της αμαρτίας. Αμαρτία είναι οποιαδήποτε πράξη ή σκέψη ή εμπειρία επισκιάζει την Αγάπη του Θεού. Η αμαρτία προκαλεί την απομάκρυνση από το Θεό η οποία βιώνεται και ως εγκατάλειψη από το Θεό ή άρση της Χάριτος.
Η απομάκρυνση ανθρώπου-Θεού επιφέρει τον σκοτασμό της ύπαρξης. Ο σκοτασμός αυτός βιώνεται ως υπαρξιακό κενό, βαρύτατη θλίψη και πρόγευση θανάτου. Διότι η ζωή πηγάζει από την παρουσία του Θεού.
Μακριά από το Θεό και χωρίς Αυτόν η ζωή βιώνεται ως θάνατος. «Όπως δηλαδή ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα είναι θάνατος του σώματος, έτσι και ο χωρισμός του Θεού από την ψυχή, είναι θάνατος της ψυχής».
Ο θάνατος της ψυχής δεν είναι τιμωρία του Θεού αλλά αυτοτιμωρία του ανθρώπου. Αυτό που μας καταδικάζει είναι η άρνηση του φωτός της θείας Αγάπης. «Και η κρίση είναι τούτη: Ότι, ενώ ήρθε το φως στον κόσμο, οι άνθρωποι αγάπησαν το σκοτάδι περισσότερο παρά το φως» Ιωαν. Γ' 19. Εφόσον υπάρχουμε αμαρτάνουμε.
Όταν έχουμε ζωντανή, προσωπική σχέση με τον Θεό προσμετράμε συνεχώς βιωματικά το πόσο κοντά ή μακριά βρισκόμαστε από τον Θεό. Αναπόφευκτα.
Όπως συναισθανόμαστε συνεχώς το πόσο χαρούμενοι ή λυπημένοι είμαστε με ανάλογο τρόπο συνειδητοποιούμε το πόσο πλησιάζουμε ή απομακρυνόμαστε από το Θεό. Βέβαια καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι η απομάκρυνση από το Θεό απεργάζεται και πάλι την εγγύτητα στο Θεό. Διότι όσο πιο μακριά βρισκόμαστε τόσο περισσότερο χρειαζόμαστε την Παρουσία Του και τόσο περισσότερο μας καταδιώκει το έλεός Του.
Σχήμα: Η παράδοξη πορεία της ασωτείας.
Αν υποθέσουμε ότι βρισκόμαστε στο σημείο Α ενός μικρού νησιού. Όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε από το σημείο Α τόσο περισσότερο το πλησιάζουμε. Η πορεία απομάκρυνσης είναι και πορεία επιστροφής. Στο σημείο Β αισθανόμαστε πολύ μακριά από το Α. Όμως στην πραγματικότητα είμαστε πιο κοντά από ότι νομίζουμε. Με ανάλογο τρόπο είναι αδύνατο να απομακρυνθούμε αληθινά από τον Θεό.
Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από την Αγάπη του Θεού. Διότι η Αγάπη Του μας περιέχει, είναι παντού, πάντοτε και τα γεμίζει όλα. Το διάστημα της απόστασης που προξενεί η αμαρτία το καλύπτει η υπερβολή της Αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό. Το μέγεθος και η ένταση της Αγάπης του Θεού είναι ανάλογο με το μέγεθος της απομάκρυνσης μας από Αυτόν.
Η αμαρτία πυροδοτεί μέσα μας την ανάγκη επιστροφής στο Θεό. Με αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι και ο διάβολος χωρίς να το θέλει υπηρετεί το έργο και το σχέδιο του Θεού. Η οδύνη και η θλίψη της αμαρτίας γίνονται κίνητρο επιστροφής δηλαδή μετανοίας.
Η μετάνοια είναι η διάθεση, η ανάγκη και η παρόρμηση για επιστροφή. Η μετάνοια δεν είναι η θεωρητική επίγνωση της παράβασης του εκκλησιαστικού, ηθικού κανόνα αλλά η βιωματική μεταστροφή της ύπαρξης προς τον Θεό.
Μετάνοια είναι η εναγώνια επίκληση του Θεού, η παρακλητική κραυγή απόγνωσης που γεννά η γεύση της απουσίας Του. Η απεγνωσμένη, μετά δακρύων εκζήτηση της επαναβίωσης της Χάρης. Οι αλάλητοι στεναγμοί που ανακύπτουν στα φλογισμένα σύνορα της απουσίας και της παρουσίας Του.
Το μωρό όταν βρίσκεται στην αγκαλιά της μητέρας του μπορεί να ασχολείται ή να παίζει με διάφορα παιχνίδια. Δίνει την εντύπωση ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για τα αντικείμενα παρά για την μητέρα του. Όταν όμως η μητέρα το αφήσει και απομακρυνθεί το μωρό παραπονιέται, κλαίει και ουρλιάζει για να επιστρέψει και πάλι στην αγκαλιά της.
Έτσι και εμείς όσο βρισκόμαστε στην αγκαλιά του Θεού φαίνεται πως αδιαφορούμε γι Αυτόν. Όταν όμως νιώσουμε την απομάκρυνση και την εγκατάλειψη στρεφόμαστε και πάλι προς Αυτόν και του φωνάζουμε και τον παρακαλούμε να μας πάρει και πάλι στην αγκαλιά Του.
Η ψυχή μας βρίσκει ανάπαυση και ουσιαστική χαρά μόνο στην αγκαλιά Του. Αυτή η αγκαλιά είναι ο παράδεισος, η βασιλεία των ουρανών, η γλυκιά αιωνιότητα της αδιάπτωτης, Θείας Αγάπης.
-Δεν υπάρχει αμαρτία που δεν συγχωρείται από το Θεό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλες οι αμαρτίες είναι συγχωρημένες άνευ όρων, a priori , από την άπειρη Αγάπη και το έλεος του Θεού. Διότι οποιαδήποτε αμαρτία είναι ελάχιστη και ασήμαντη μπροστά στο άπειρο και παντοδύναμο έλεος του Θεού.
Είναι αδύνατον ο άνθρωπος να μολύνει τη θάλασσα φτύνοντας το πέλαγος. Είναι αδύνατον η αμαρτία να μολύνει με οποιοδήποτε τρόπο την Θεϊκή Αγάπη. Δεν ζητάμε από το Θεό να μας συγχωρέσει για να ενεργήσει ο Θεός την συγχώρηση. Ο Θεός είναι από τη φύση Του συγχώρηση και συν-χωρεί μέσα στην Αγάπη Του τα πάντα, πάντοτε.
Ζητάμε συγχώρηση για να ενεργήσουμε εμείς τη δυνατότητα που μας έχει δωριθεί να αποδεχόμαστε τη Χάρη Του. Όταν αμαρτάνουμε εμείς αλλοιωνόμαστε. Όταν μετανοούμε εμείς ενεργοποιούμε την δυνατότητα αποδοχής της Χάρης. Το κόστος της αμαρτίας είναι απροσμέτρητο και ασύλληπτο. Οι συνέπειες της αμαρτίας είναι θανατηφόρες.
Όχι διότι ο Θεός μας τιμωρεί αλλά επειδή εμείς αυτοβυθιζόμαστε σε εξώτερο σκότος. Όταν αμαρτάνουμε διακόπτουμε τη σχέση μας με το Θεό, διώχνουμε τη Θεία Χάρη και παραδιδόμαστε στο θάνατο κατά τον Απόστολο Παύλο «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Και ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς γράφει πως θάνατος είναι το «διαζευχθήναι την ψυχήν της θείας Χάριτος και τη αμαρτία συζηγήναι».
Η αμαρτία τραυματίζει τη σχέση μας με το Θεό εξαιτίας της δικής μας αδυναμίας και όχι εξαιτίας της τιμωρητικής διάθεσης του Θεού. Ο Θεός ποτέ δεν παύει να διαχέει σε όλους και όλα την ζωοποιό Αγάπη Του.
Ο άνθρωπος με την αμαρτία παύει να είναι δεκτικός της Χάρης. Με την μετάνοια όμως επιτρέπει και πάλι στο Θεό να τον φωτίσει με την Χάρη Του. Με κάθε επιστροφή ο Θεός μας αποδέχεται άμεσα και απόλυτα.
Ένας αδελφός δήλωσε στον αββά Ποιμένα: «Έκανα μεγάλη αμαρτία και θέλω να ακολουθήσω μετάνοια επί τρία χρόνια». Του λέει ο γέρων: «Πολύ είναι». Και του είπε ο αδελφός: «Αλλά έως ένα έτος»; Και είπε : «Πολύ είναι». Οι δε παριστάμενοι έλεγαν: «Έως σαράντα μέρες»;
Και πάλι είπε: «Πολύ είναι». Είπε δε: «Εγώ λέγω, ότι εάν μετανοήσει άνθρωπος από όλη την καρδιά και δεν συνεχίζει να πράττει την αμαρτία και σε τρεις μέρες τον δέχεται ο Θεός». (Θα ρισκάριζα να συμπληρώσω την διήγηση λέγοντας ότι ο Θεός τον δέχεται ακόμη και σε τρία δευτερόλεπτα).
Ο Θεός λαχταρά να μας ενώσει κατά Χάριν με τον Εαυτό Του. Η αμαρτία εμποδίζει την Θεία Αγάπη να μας προσλάβει και να μας αγιάσει. Εν τέλει «θανάσιμη αμαρτία» είναι μόνο η απουσία συναίσθησης της αμαρτωλότητας.
Αυτό που σκοτώνει τελεσίδικα τον άνθρωπο και τον κολάζει δεν είναι η αμαρτία αλλά η παγερή αδιαφορία ως προς το θέλημα, την Παρουσία και την Αγάπη του θεού.
Αυτή είναι η βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος που δεν συγχωρείται.«Πραγματικά, σας λέω, όλα θα συγχωρηθούν στους ανθρώπους, και τα αμαρτήματα και οι βλαστήμιες που θα συμβεί να εκστομίσουν. Όποιος όμως βλαστημήσει το Πνεύμα το Άγιο, γι' αυτόν δεν υπάρχει συγχώρηση ποτέ, αλλά θα είναι ένοχος αιώνιας καταδίκης». Μαρκ. Γ' 28-29
Αιώνια αυτοκαταδίκη είναι η συνεχής άρνηση της Αγάπης του Θεού μέχρι το τέλος της ζωής μας. Αν δεν δεχθούμε την Αγάπη Του, δεν Του δίνουμε την δυνατότητα να παρέμβει και να μας λυτρώσει με τη σωτήρια δύναμη της Χάρης Του.
Αυτό που μας κολάζει δεν είναι η αμαρτίες που διαπράξαμε αλλά η αμετανοησία, δηλαδή η άρνηση της Χάρης. Η άρνηση είναι η βλασφημία στην οποία αναφέρεται ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Και επειδή μετά θάνατον δεν προκύπτει μέσα μας η δυνατότητα της μετάνοιας, η αποστασιοποίησή μας από τον Θεό γίνεται με τον θάνατο οριστική. Η Αγάπη του Θεού θα ήθελε να μετανοήσουμε και μετά θάνατον απλά αυτό είναι ανθρωπίνως αδύνατον.
Διότι εφόσον ακόμη και ο ηλικιωμένος δυσκολεύεται να μετανοήσει πόσο μάλλον η ψυχή μετά θάνατον. Διότι η μετάνοια δεν βιάζεται μέσα από την γνώση και την απειλή. Η μετάνοια αναδύεται μέσα μας ως έρωτας Θεού εν ελευθερία.
- Η αμαρτία τραυματίζει και βλάπτει τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και όχι τη σχέση του Θεού με τον άνθρωπο. Ο Θεός είναι απαθής και η Αγάπη Του είναι τέλεια. Ο άνθρωπος πέφτοντας στην αμαρτία απομακρύνεται από την σωτήρια και ζωοποιό Αγάπη Του Θεού.
Αυτό που ζητείται πρώτιστα από τον πιστό δεν είναι η αποφυγή της αμαρτίας αλλά η αδιάλειπτη και εντατική αναζήτηση της Αγάπης του Θεού. Ο στόχος δεν είναι η πάλη κατά της αμαρτίας αλλά η αύξηση της ερωτικής έντασης που μας ενώνει με τον Θεό. Ο θείος έρωτας κατακαίει την παρόρμηση της αμαρτίας.
Ο στόχος δεν είναι να αποφεύγουμε το κακό αλλά προσφεύγουμε στο καλό «Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σας σώσει ... Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε.
Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας ... Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε». π. Πορφύριος.
Είναι πολύ ωφέλιμο να μην απογοητευόμαστε μετά την πτώση στην αμαρτία. «Μη καταπέσης εις απόγνωσιν, καν μύρια ημαρτηκώς ης» λέγει ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Να μην μας εκπλήσσει και να μην μας αναστατώνει η αμαρτία. Να αναγνωρίσουμε εν ταπεινώσει την αδυναμία μας και να είμαστε προσεκτικοί ώστε να την αποφεύγουμε στο μέλλον. Η συναίσθηση της αδυναμίας, μάς βοηθά αφενός να είμαστε προετοιμασμένοι να αντισταθούμε την δύσκολη ώρα του πειρασμού και αφετέρου να μην απογοητευθούμε στην περίπτωση της πτώσης.
Η αμαρτία δεν δείχνει ότι δεν αγαπάμε τον Θεό αλλά ότι η αγάπη μας δεν είναι τόσο ζωντανή, ενεργή και δυνατή ώστε να νικήσει τον πειρασμό και τις αδυναμίες μας. Η αμαρτία δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε αληθινοί χριστιανοί αλλά ότι είμαστε ακόμη αδύνατοι και δυσκολευόμαστε να ακολουθήσουμε το θέλημά Του.
Η αμαρτία δεν φανερώνει ότι είμαστε ανάξιοι, άχρηστοι και ανίκανοι αλλά ότι δεν έχουμε ακόμη απελευθερωθεί από τα δεσμά του παλαιού, κοσμικού, εμπαθούς εαυτού μας.
Αυτό που μας σπρώχνει στην αμαρτία δεν είναι η πονηρία και η κακία μας αλλά η αδυναμία να ξεπεράσουμε τα πάθη μας. Μέσα από την προοπτική της ψυχολογίας μπορούμε να διακρίνουμε πολλούς παράγοντες οι οποίοι πυροδοτούν ή ενεργοποιούν τα πάθη.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σύγχρονη ψυχολογία είναι η επιστήμη που διερευνά τα ανθρώπινα πάθη. Στη γλώσσα της ψυχολογίας τα πάθη είναι τα συνειδητά ή υποσυνείδητα πρότυπα (μοντέλα) σκέψης, συναισθήματος και συμπεριφοράς που δεσμεύουν την ελευθερία μας.
Κατά συνέπεια δεν μας επιτρέπουν να ακολουθήσουμε το θέλημα της θείας Αγάπης. Πάθη είναι τα ψυχολογικά πλέγματα (κόμπλεξ) τα οποία έχουν παγιωθεί μέσα μας με το πέρασμα του χρόνου και περιορίζουν την ελευθερίας μας.
Τα πλέγματα αυτά είναι δυνατόν να εκδηλώνονται ως εξαρτησιακές συμπεριφορές (π.χ. ναρκωτικά, τζόγος) ή ως παρορμήσεις (π.χ. ανεξέλεγκτη σεξουαλικότητα, παραβατικότητα) ή ως χρόνια αρνητικά συναισθήματα (κατάθλιψη, φοβίες, ανασφάλεια) ή έμμονες ιδέες (υπερβολική έμφαση σε ασήμαντες λεπτομέρειες, επίμονος και άγονος προβληματισμός ή αμφισβήτηση).
Μέσα από την σκοπιά της ψυχολογίας η αμαρτία δεν είναι παράβαση ηθικού κώδικα ούτε απλά και μόνο ανυπακοή στο θέλημα του Θεού ούτε αδικαιολόγητος και μάταιος υπαρξιακός αυτοτραυματισμός.
Η αμαρτία συνιστά την αναπόφευκτη παρενέργεια της τραυματικής, προσωπικής ιστορίας ενός ανθρώπου που δεν έχει ακόμη την ωριμότητα, τη συγκρότηση, την υπευθυνότητα, τον αυτοέλεγχο, την ισορροπία και την εσωτερική αρμονία που θα του επέτρεπε να ακολουθήσει στην προσωπική του ζωή το θέλημα του Θεού.
Η αμαρτία εκλαμβάνεται ως αδυναμία και όχι ως αδίκημα. Ο αμαρτωλός είναι ασθενής (έλλειψη σθένους) και όχι παραβάτης. Οι άγιοι βλέπουν τον αμαρτωλό ώς πάσχοντα αδελφό και όχι ως ένοχο, κακό, φταίχτη ή καλοπερασάκια.
«Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να εκλύσει τα βλέμματα των άλλων.
Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία». π. Πορφύριος
Μέσα από αυτή την άνεϋ όρων αποδοχή του άλλου προσώπου ως αδελφού δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την αγάπη, τη συμφιλίωση και την αδελφοσύνη στην εκκλησιαστική κοινότητα.
Η ερμηνεία και η κατανόηση του αμαρτωλού ως κακού ανθρώπου που χρειάζεται αξιολόγηση, επίπληξη (ή έστω επιτίμιο) και διόρθωση μέσα από κριτική και συμβουλευτικές παρενέσεις συνεπάγεται απογοήτευση, απομόνωση, κατάκριση και υποκρισία.
Από πολλούς η αγωνιζόμενη Εκκλησία δεν βιώθηκε ως ζωντανός χώρος απροϋπόθετης Αγάπης αλλά ως νομικίστικος θεσμός ηθικής δεοντολογίας.
Και αντί να βαστάζει και να παρηγορεί τον πόνο των τραυματισμένων παιδιών του Θεού έφτασε να θεωρεί την αμαρτία ως νομική παράβαση και να καταδικάζει τον αμαρτωλό. Φυσικά και για αυτή την παρακμή δεν ευθύνεται η φύση του σώματος της Εκκλησίας αλλά η αδυναμία της πλειοψηφίας των πιστών να μετέχουν στον βιωματικό ορίζοντα της απεριόριστης αγάπης του Θεού. «καί διά το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών» Ματθ. 24,12
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου